θέτοντας όρια από την αρχή.
Για γυρίστε λίγο τον χρόνο πίσω και προσπαθήστε να θυμηθείτε ποια ήταν η τελευταία φορά που λειτουργήσατε όπως πραγματικά εσείς επιθυμούσατε κι όχι με τον τρόπο που πιστεύατε πως ήθελαν οι άλλοι να λειτουργήσετε; Αλήθεια, γιατί το κάνουμε αυτό; Γιατί έχουμε την τάση να υποβαθμίζουμε τα δικά μας θέλω βάζοντας σε προτεραιότητα τα θέλω άλλων; Γιατί η τάση αυτή ενεργοποιείται σαν αυτόματος σχεδόν μηχανισμός ο οποίος κάθε φορά που βρισκόμαστε μπροστά στο δίλημμα «να κάνω αυτό που θέλω ή αυτό που θα τους αρέσει και θα το αποδεχτούν;», μας οδηγεί ν’ ακολουθήσουμε με κλειστά μάτια τις προτιμήσεις των άλλων είτε σ’ φιλικό είτε σ’ ερωτικό επίπεδο.
Όσον αφορά το πλαίσιο των φιλικών σχέσεων, δεν είναι λίγες οι φορές που επιλέγουμε να μη χαλάσουμε το χατίρι στους φίλους μας και να κάνουμε αυτό που επιθυμούν εκείνοι, όπως για παράδειγμα να πάμε εκεί που θέλουν και την ώρα που θέλουν, να συζητήσουμε για θέματα που απασχολούν τους ίδιους, να φτιάξουμε το πρόγραμμά μας με βάση το δικό τους και πάει λέγοντας. Πέρα όμως από την αγάπη και τη φροντίδα που νιώθουμε προς το πρόσωπο του φίλου ή της φίλης μας που μας ωθεί να πραγματοποιούμε εντελώς αβίαστα τις επιθυμίες τους, υπάρχει κι η ενοχή που επιχειρεί να ερμηνεύσει αυτού του είδους τη συμπεριφορά.
Πιο συγκεκριμένα, όταν ένας φίλος μας εκφράζει μια επιθυμία του η οποία όμως δε μας αρέσει και θα θέλαμε να πούμε όχι, από φόβο μήπως ο συγκεκριμένος φίλος παρεξηγηθεί και τον χάσουμε από τη ζωή μας, ή χαρακτηριστούμε ως οι κακοί της υπόθεσης, καταλήγουμε να λέμε «ναι» ακόμη κι αν δεν το εννοούμε πραγματικά και νιώθουμε τελικά να εγκλωβιζόμαστε.
Άλλη μια ερμηνεία στη συνθήκη αυτή έρχεται να προσθέσει κι ο νόμος της ανταπόδοσης ή αλλιώς «κάνω αυτό που θέλεις για να μου κάνεις κι εσύ αργότερα εκείνο που θέλω εγώ». Με τον τρόπο αυτό όμως, σεβόμαστε πραγματικά την επιθυμία του φίλου μας και θέλουμε να τον κάνουμε χαρούμενο ή τα κίνητρα της πράξης μας είναι τελείως ιδιοτελή και μπαίνουν στο παιχνίδι τα ατομικά συμφέροντα;
Όσον αφορά το κομμάτι των ερωτικών σχέσεων τα πράγματα δε διαφέρουν και πολύ. Πολλές φορές καταλήγουμε να λειτουργούμε έχοντας ως γνώμονα τα θέλω του συντρόφου μας προκειμένου να μην τον δυσαρεστήσουμε, να μην τον ξενερώσουμε κι εκείνος καταλήξει ν’ απομακρυνθεί από εμάς. Άλλες φορές πάλι, ιδίως στα πρώτα στάδια γνωριμίας μ’ έναν άνθρωπο, προσπαθούμε να λειτουργούμε με τον τρόπο που πιστεύουμε πως είναι αποδεκτός από εκείνον, προκειμένου να πάμε με τα νερά του, μην τυχόν και του δώσουμε λάθος εντύπωση και τον χάσουμε.
Ο τρόπος αυτός όμως είναι ευνοϊκός για εμάς ή μας κάνει να δείχνουμε έναν εαυτό που στην ουσία αποτελεί έναν ρόλο τον οποίο δεν μπορούμε τελικά να υποστηρίξουμε και η αυλαία κάποια στιγμή πέφτει μια και καλή; Και κάπως έτσι, καταλαβαίνουμε πως ούτε ο τρόπος αυτός είναι αποδεκτός τελικά, η λάθος εντύπωση δημιουργείται εντέλει από διάφορες αιτίες και τους χάνουμε έτσι κι αλλιώς.
Όπως και να’χει, είτε σε ερωτικό είτε σε φιλικό επίπεδο, καλό θα ήταν να δίνεται προτεραιότητα στις προσωπικές ανάγκες, λειτουργώντας με τον πραγματικά επιθυμητό τρόπο και θέτοντας όρια από την αρχή. Φυσικά, αυτό δε συνεπάγεται πως οι επιθυμίες των άλλων θα είναι άξιες περιφρόνησης κι υποβιβασμού. Αντίθετα, αφού κι οι δύο πλευρές μιας ανθρώπινης σχέσης ξεκαθαρίσουν πώς θέλουν τελικά να λειτουργούν και μέχρι ποιο σημείο είναι διατεθειμένοι να κάνουν υποχωρήσεις, θα δημιουργηθεί μια τραμπάλα πάνω στην οποία θα ισορροπούν εξίσου και οι δύο πλευρές, χωρίς να χρειαστεί η μια να είναι πιο πάνω από την άλλη, καταλήγοντας έτσι ο ένας να πετάει κι ο άλλος να πέφτει απότομα.
Όσον αφορά το πλαίσιο των φιλικών σχέσεων, δεν είναι λίγες οι φορές που επιλέγουμε να μη χαλάσουμε το χατίρι στους φίλους μας και να κάνουμε αυτό που επιθυμούν εκείνοι, όπως για παράδειγμα να πάμε εκεί που θέλουν και την ώρα που θέλουν, να συζητήσουμε για θέματα που απασχολούν τους ίδιους, να φτιάξουμε το πρόγραμμά μας με βάση το δικό τους και πάει λέγοντας. Πέρα όμως από την αγάπη και τη φροντίδα που νιώθουμε προς το πρόσωπο του φίλου ή της φίλης μας που μας ωθεί να πραγματοποιούμε εντελώς αβίαστα τις επιθυμίες τους, υπάρχει κι η ενοχή που επιχειρεί να ερμηνεύσει αυτού του είδους τη συμπεριφορά.
Πιο συγκεκριμένα, όταν ένας φίλος μας εκφράζει μια επιθυμία του η οποία όμως δε μας αρέσει και θα θέλαμε να πούμε όχι, από φόβο μήπως ο συγκεκριμένος φίλος παρεξηγηθεί και τον χάσουμε από τη ζωή μας, ή χαρακτηριστούμε ως οι κακοί της υπόθεσης, καταλήγουμε να λέμε «ναι» ακόμη κι αν δεν το εννοούμε πραγματικά και νιώθουμε τελικά να εγκλωβιζόμαστε.
Άλλη μια ερμηνεία στη συνθήκη αυτή έρχεται να προσθέσει κι ο νόμος της ανταπόδοσης ή αλλιώς «κάνω αυτό που θέλεις για να μου κάνεις κι εσύ αργότερα εκείνο που θέλω εγώ». Με τον τρόπο αυτό όμως, σεβόμαστε πραγματικά την επιθυμία του φίλου μας και θέλουμε να τον κάνουμε χαρούμενο ή τα κίνητρα της πράξης μας είναι τελείως ιδιοτελή και μπαίνουν στο παιχνίδι τα ατομικά συμφέροντα;
Όσον αφορά το κομμάτι των ερωτικών σχέσεων τα πράγματα δε διαφέρουν και πολύ. Πολλές φορές καταλήγουμε να λειτουργούμε έχοντας ως γνώμονα τα θέλω του συντρόφου μας προκειμένου να μην τον δυσαρεστήσουμε, να μην τον ξενερώσουμε κι εκείνος καταλήξει ν’ απομακρυνθεί από εμάς. Άλλες φορές πάλι, ιδίως στα πρώτα στάδια γνωριμίας μ’ έναν άνθρωπο, προσπαθούμε να λειτουργούμε με τον τρόπο που πιστεύουμε πως είναι αποδεκτός από εκείνον, προκειμένου να πάμε με τα νερά του, μην τυχόν και του δώσουμε λάθος εντύπωση και τον χάσουμε.
Ο τρόπος αυτός όμως είναι ευνοϊκός για εμάς ή μας κάνει να δείχνουμε έναν εαυτό που στην ουσία αποτελεί έναν ρόλο τον οποίο δεν μπορούμε τελικά να υποστηρίξουμε και η αυλαία κάποια στιγμή πέφτει μια και καλή; Και κάπως έτσι, καταλαβαίνουμε πως ούτε ο τρόπος αυτός είναι αποδεκτός τελικά, η λάθος εντύπωση δημιουργείται εντέλει από διάφορες αιτίες και τους χάνουμε έτσι κι αλλιώς.
Όπως και να’χει, είτε σε ερωτικό είτε σε φιλικό επίπεδο, καλό θα ήταν να δίνεται προτεραιότητα στις προσωπικές ανάγκες, λειτουργώντας με τον πραγματικά επιθυμητό τρόπο και θέτοντας όρια από την αρχή. Φυσικά, αυτό δε συνεπάγεται πως οι επιθυμίες των άλλων θα είναι άξιες περιφρόνησης κι υποβιβασμού. Αντίθετα, αφού κι οι δύο πλευρές μιας ανθρώπινης σχέσης ξεκαθαρίσουν πώς θέλουν τελικά να λειτουργούν και μέχρι ποιο σημείο είναι διατεθειμένοι να κάνουν υποχωρήσεις, θα δημιουργηθεί μια τραμπάλα πάνω στην οποία θα ισορροπούν εξίσου και οι δύο πλευρές, χωρίς να χρειαστεί η μια να είναι πιο πάνω από την άλλη, καταλήγοντας έτσι ο ένας να πετάει κι ο άλλος να πέφτει απότομα.
Χαρά Δράκου
pillowfights
Απλά μας ενδιαφέρει να ακούγονται όλες οι απόψεις χωρίς λογοκρισία.
Τα Μπουλούκια
Η παρούσα αρθρογραφία έχει καθαρά ενημερωτικό χαρακτήρα. Ο αναγνώστης οφείλει να διασταυρώνει τις πληροφορίες για θέματα που τον ενδιαφέρουν. Τα κείμενα βασίζονται σε υλικό από Ελληνικές και ξενόγλωσσες δημοσιεύσεις, οι οποίες αναφέρονται στο μέτρο του δυνατού. Τα συκοφαντικά ή υβριστικά σχόλια θα διαγράφονται χωρίς προειδοποίηση.