Η ιατροδικαστική έκθεση θα κάνει λόγο για θάνατο από ασφυξία.
Στις 8 Οκτωβρίου του 1927 βλέπει για πρώτη φορά το φως του κόσμου ο ποιητής και συγγραφέας Κώστας Ταχτσής. Γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη όμως μετά τον χωρισμό των γονιών του σε ηλικία επτά ετών θα φύγει για την Αθήνα μαζί με τη γιαγιά του.
Αποφοιτώντας από το σχολείο θα γραφτεί Νομική όπου θα σπουδάσει για δύο χρόνια ενώ στη συνέχεια, το 1947 θα καταταγεί στο στρατό όπου έφτασε μέχρι το βαθμό του έφεδρου ανθυπολοχαγού, ενώ στη συνέχεια θα εργαστεί ως γραμματέας του Αμερικανού επόπτη στο υδροηλεκτρικό έργο του Λούρου.
Στα ελληνικά γράμματα θα κάνει για πρώτη φορά την εμφάνισή του το 1951 με την ποιητική συλλογή με τίτλο «Ποιήματα» ενώ στη συνέχεια θα εκδώσει τον επόμενο χρόνο μία ακόμα συλλογή με τίτλο «Μικρά ποιήματα», έργα που όμως στη συνέχεια της ζωής του θα αποκηρύξει. Θα ακολουθήσουν οι συλλογές «Περί ώραν δωδεκάτην» (1953), «Η Συμφωνία του Μπραζίλιαν» (1954) και «Καφενείον το Βυζάντιον» (1956), με την ποίηση του να κινείται γύρω από λυρικά μονοπάτια περιγράφοντας την καθημερινή ζωή μέσα από το οπτικό πρίσμα ενός άνδρα στη συντηρητική Ελλάδα της δεκαετία του '50 η οποία δεν αποδεχόταν οτιδήποτε παρέκλινε από την ετεροκανονικότητα.
Δηλωμένος ομοφυλόφιλος, που όμως θέλησε να εξερευνήσει όλο τα φάσμα της σεξουαλικότητας, ενώ παρέκλινε από τα έμφυλα στερεότυπα, παρότι υπήρξε στον κύκλο ποιητών όπως ο Ελύτης, ο Γκάτσος και ο Εμπειρίκος δε θα γίνει ποτέ αποδεκτός για τους παραπάνω λόγους από το κατεστημένο των ελληνικών γραμμάτων. Για το λόγο αυτό θα φύγει αρχικά για την Αγγλία το 1954 όπου παρέμεινε έναν χρόνο για να επιστρέψει ξανά και να εργαστεί ως καθηγητής της αγγλικής γλώσσας. Από την άνοιξη του 1956 έως τον Δεκέμβρη του 1964 περιπλανήθηκε σε διάφορα μέρη του κόσμου, με ενδιάμεσες επιστροφές στην Ελλάδα.
Το 1960 θα ξεκινήσει το γύρο της Ευρώπης με μία βέσπα, ενώ κατά τη διάρκεια της περιπλάνησής του αυτής θα συγγράψει το μοναδικό μυθιστόρημά του με τίτλο «Το Τρίτο Στεφάνι». «Έφευγα, γιατί ασφυκτιούσα στην Ελλάδα της δεκαετίας του '50 – πνευματικά, κοινωνικά, πολιτικά, σεξουαλικά. Αν δεν είχα φύγει δεν θα είχα γράψει ποτέ «Το Τρίτο Στεφάνι», θα δηλώσει σε συνέντευξή του. Το έργο θα απορριφθεί ως άσεμνο, γεγονός που θα τον κάνει να πραγματοποιήσει ιδιωτική έκδοση το 1962. Μετά την επιβολή της δικτατορίας των Συνταγματαρχών θα πρωτοστατήσει στην αντιστασιακή έκδοση των «18 Κειμένων» Ελλήνων συγγραφέων κατά της λογοκρισίας το 1971, ενώ δεκαετία την ίδια δεκαετία θα εκδώσει τις συλλογές διηγημάτων «Τα Ρέστα» (1972) και «Η γιαγιά μου η Αθήνα» (1979).
Παρενδυτικός, τα βράδια εξερευνούσε τον «αγοραίο έρωτα» στις πιάτσες της Αθήνας φορώντας περούκα και γυναικεία ρούχα. Στις 27 Αυγούστου 1988 θα βρεθεί νεκρός στο σπίτι του στον Κολωνό από την αδερφή του. Οι εφημερίδες της εποχής θα μιλήσουν για δολοφονία από «πελάτη» που όταν διαπίστωσε ότι δεν είναι βιολογική γυναίκα, τον στραγγάλισε. Η αστυνομία όμως δε θα κάνει ποτέ επίσημα λόγο για δολοφονία. Η αδελφή του θα υποστήριξε ότι, επειδή ο Ταχτσής ετοίμαζε εκείνο τον καιρό την αυτοβιογραφία του και είχε κοινοποιήσει στο περιβάλλον του ότι θα εξέθετε πρόσωπα και πράγματα από τους κοσμικούς κύκλους της Αθήνας, τον δολοφόνησαν προκειμένου να εμποδίσουν την έκδοση του βιβλίου. Η ιατροδικαστική έκθεση θα κάνει λόγο για θάνατο από ασφυξία, χωρίς όμως να αναφέρονται σημάδια πάλης που να καταδεικνύουν στραγγαλισμό. Σύμφωνα με την Πάολα Ρεβενιώτη, με την οποία έκανε πολύ στενή παρέα τα τελευταία χρόνια της ζωή του, ο Ταχτσής πέθανε κατά πάσα πιθανότητα εξαιτίας χρόνιας κατανάλωσης ηρεμιστικών χαπιών και αλκοόλ.
Αποφοιτώντας από το σχολείο θα γραφτεί Νομική όπου θα σπουδάσει για δύο χρόνια ενώ στη συνέχεια, το 1947 θα καταταγεί στο στρατό όπου έφτασε μέχρι το βαθμό του έφεδρου ανθυπολοχαγού, ενώ στη συνέχεια θα εργαστεί ως γραμματέας του Αμερικανού επόπτη στο υδροηλεκτρικό έργο του Λούρου.
Στα ελληνικά γράμματα θα κάνει για πρώτη φορά την εμφάνισή του το 1951 με την ποιητική συλλογή με τίτλο «Ποιήματα» ενώ στη συνέχεια θα εκδώσει τον επόμενο χρόνο μία ακόμα συλλογή με τίτλο «Μικρά ποιήματα», έργα που όμως στη συνέχεια της ζωής του θα αποκηρύξει. Θα ακολουθήσουν οι συλλογές «Περί ώραν δωδεκάτην» (1953), «Η Συμφωνία του Μπραζίλιαν» (1954) και «Καφενείον το Βυζάντιον» (1956), με την ποίηση του να κινείται γύρω από λυρικά μονοπάτια περιγράφοντας την καθημερινή ζωή μέσα από το οπτικό πρίσμα ενός άνδρα στη συντηρητική Ελλάδα της δεκαετία του '50 η οποία δεν αποδεχόταν οτιδήποτε παρέκλινε από την ετεροκανονικότητα.
Δηλωμένος ομοφυλόφιλος, που όμως θέλησε να εξερευνήσει όλο τα φάσμα της σεξουαλικότητας, ενώ παρέκλινε από τα έμφυλα στερεότυπα, παρότι υπήρξε στον κύκλο ποιητών όπως ο Ελύτης, ο Γκάτσος και ο Εμπειρίκος δε θα γίνει ποτέ αποδεκτός για τους παραπάνω λόγους από το κατεστημένο των ελληνικών γραμμάτων. Για το λόγο αυτό θα φύγει αρχικά για την Αγγλία το 1954 όπου παρέμεινε έναν χρόνο για να επιστρέψει ξανά και να εργαστεί ως καθηγητής της αγγλικής γλώσσας. Από την άνοιξη του 1956 έως τον Δεκέμβρη του 1964 περιπλανήθηκε σε διάφορα μέρη του κόσμου, με ενδιάμεσες επιστροφές στην Ελλάδα.
Το 1960 θα ξεκινήσει το γύρο της Ευρώπης με μία βέσπα, ενώ κατά τη διάρκεια της περιπλάνησής του αυτής θα συγγράψει το μοναδικό μυθιστόρημά του με τίτλο «Το Τρίτο Στεφάνι». «Έφευγα, γιατί ασφυκτιούσα στην Ελλάδα της δεκαετίας του '50 – πνευματικά, κοινωνικά, πολιτικά, σεξουαλικά. Αν δεν είχα φύγει δεν θα είχα γράψει ποτέ «Το Τρίτο Στεφάνι», θα δηλώσει σε συνέντευξή του. Το έργο θα απορριφθεί ως άσεμνο, γεγονός που θα τον κάνει να πραγματοποιήσει ιδιωτική έκδοση το 1962. Μετά την επιβολή της δικτατορίας των Συνταγματαρχών θα πρωτοστατήσει στην αντιστασιακή έκδοση των «18 Κειμένων» Ελλήνων συγγραφέων κατά της λογοκρισίας το 1971, ενώ δεκαετία την ίδια δεκαετία θα εκδώσει τις συλλογές διηγημάτων «Τα Ρέστα» (1972) και «Η γιαγιά μου η Αθήνα» (1979).
Παρενδυτικός, τα βράδια εξερευνούσε τον «αγοραίο έρωτα» στις πιάτσες της Αθήνας φορώντας περούκα και γυναικεία ρούχα. Στις 27 Αυγούστου 1988 θα βρεθεί νεκρός στο σπίτι του στον Κολωνό από την αδερφή του. Οι εφημερίδες της εποχής θα μιλήσουν για δολοφονία από «πελάτη» που όταν διαπίστωσε ότι δεν είναι βιολογική γυναίκα, τον στραγγάλισε. Η αστυνομία όμως δε θα κάνει ποτέ επίσημα λόγο για δολοφονία. Η αδελφή του θα υποστήριξε ότι, επειδή ο Ταχτσής ετοίμαζε εκείνο τον καιρό την αυτοβιογραφία του και είχε κοινοποιήσει στο περιβάλλον του ότι θα εξέθετε πρόσωπα και πράγματα από τους κοσμικούς κύκλους της Αθήνας, τον δολοφόνησαν προκειμένου να εμποδίσουν την έκδοση του βιβλίου. Η ιατροδικαστική έκθεση θα κάνει λόγο για θάνατο από ασφυξία, χωρίς όμως να αναφέρονται σημάδια πάλης που να καταδεικνύουν στραγγαλισμό. Σύμφωνα με την Πάολα Ρεβενιώτη, με την οποία έκανε πολύ στενή παρέα τα τελευταία χρόνια της ζωή του, ο Ταχτσής πέθανε κατά πάσα πιθανότητα εξαιτίας χρόνιας κατανάλωσης ηρεμιστικών χαπιών και αλκοόλ.
Πάνος Γεωργακόπουλος
fosonline
Απλά μας ενδιαφέρει να ακούγονται όλες οι απόψεις χωρίς λογοκρισία.
Τα Μπουλούκια
Η παρούσα αρθρογραφία έχει καθαρά ενημερωτικό χαρακτήρα. Ο αναγνώστης οφείλει να διασταυρώνει τις πληροφορίες για θέματα που τον ενδιαφέρουν. Τα κείμενα βασίζονται σε υλικό από Ελληνικές και ξενόγλωσσες δημοσιεύσεις, οι οποίες αναφέρονται στο μέτρο του δυνατού. Τα συκοφαντικά ή υβριστικά σχόλια θα διαγράφονται χωρίς προειδοποίηση.