μεγάλη υπόθεση για έναν άνθρωπο να ξέρει να επιστέφει.
Ποιο είναι το αγαπημένο σου μπαρ; Ποιο είναι εκείνο το μαγαζί το οποίο σου έρχεται στο μυαλό κάθε φορά που θέλεις να πιεις ένα ποτό, να κάνεις unwind από την καθημερινότητα, να ρίξεις τους ρυθμούς σου; Ποιο είναι εκείνο το μέρος στο οποίο θα πας οποιονδήποτε φίλο ή γνωστό σου έχεις να δεις καιρό και θέλετε έναν ωραίο και γνώριμο χώρο για να τα ξαναπείτε; Και κυρίως, τι είναι αυτό που σε τραβάει εκεί και πώς κατέληξε να έχει τόση σημασία για εσένα ένα μαγαζί ανάμεσα στα τόσα άλλα;
Η απάντηση δεν μπορεί ποτέ να είναι απλή, συνήθως όμως οι άνθρωποι δίνουμε τόση αξία στα μέρη που μας ξυπνάνε ωραίες αναμνήσεις· σ’ εκείνα που γελάσαμε, που τραγουδήσαμε, που ψιλοπαραπατήσαμε μετά από λίγη παραπάνω κατανάλωση αλκοόλ, εκεί που οι γύρω μας είναι έστω κι εξ’ όψεως οικείοι, στα μπαρ που νιώθαμε αρκετά άνετα ώστε να κάνουμε παιχνίδι, να είμαστε εμείς, εκείνη η ερωτεύσιμη πλευρά μας που ξυπνάει λίγο αργούτσικα, μόλις πέσει για ύπνο ο σφιχτοκώλης, Δευτεριάτικος εαυτός μας, εκείνος που σκέφτεται όλη μέρα λογαριασμούς, δουλειά και υποχρεώσεις.
Αγαπημένο μας μαγαζί γίνεται συνήθως εκείνο στο οποίο έστω και μία φορά στη ζωή μας ερωτευτήκαμε, ίσως τον τυχαίο άνθρωπο που έτυχε να μας μιλήσει, εκείνον που δε μας έβρισε όταν με μια άτσαλη κίνηση ρίξαμε το ποτό του, αλλά με χιούμορ και χαμόγελο βρήκε την κατάλληλη ευκαιρία να μας πιάσει την κουβέντα, εκείνον τον άνθρωπο που βγήκαμε ραντεβού «έτσι, για τη φάση» και καταλήξαμε να μιλάμε μαζί του μέχρι να ανάψουν τα φώτα του μαγαζιού στο κλείσιμο, μια για να μας διώξουν και μια για να φανεί η λάμψη στα βλέμματα λίγο καλύτερα.
Στο μπαρ που ερωτευτήκαμε πάντα θα θέλουμε να επιστρέφουμε, όλοι το ξέρουν αυτό και κάθε ζευγάρι έχει το δικό του. Αποτελεί κομμάτι της ταυτότητας της σχέσης, σήμανε την γέννηση ενός έρωτα και την αρχή μιας όμορφης (ή όχι) ιστορίας. Δεν είναι ποτέ ένα μαγαζί «της μόδας», δεν είναι από εκείνα τα μέρη που ο κόσμος πηγαίνει για να δώσει απλά το παρόν, τα μπαρ που ερωτευτήκαμε είναι πάντα κλασικής αξίας, διαχρονικά κι άφθαρτα. Οι τοίχοι τους αποκτούν άλλη δύναμη, δεν είναι πια απλά ντουβάρια, ο αέρας δε μυρίζει παρόμοια με τα άλλα μαγαζιά και οι άνθρωποι που συνδέθηκαν εκεί ποτέ δεν έμειναν ίδιοι.
Είναι τα μέρη που η συγκεκριμένη γωνία σου θυμίζει κάποιο αστείο, μια κίνηση, ένα άγγιγμα, ένα σφίξιμο στο στομάχι, τα ποτά έχουν την ταυτότητα του ανθρώπου σου, είναι τα μαγαζιά από το οποία κάθε φορά που περνάς κοιτάς κλεφτά μέσα για να δεις ποιος δουλεύει ή χαμογελάς προχωρώντας και κοιτάζοντας τα παπούτσια σου επειδή «κάτι θυμήθηκες».
Είναι μεγάλη υπόθεση να κάνεις ένα μαγαζί κομμάτι του εαυτού σου, είναι και τιμή και καμάρι για το μαγαζί το ίδιο. Οι άνθρωποι λατρεύουμε να ανήκουμε κάπου και η αίσθηση αυτή μπορεί να μεταφερθεί σε κάθε τι που μας ζεσταίνει την ψυχή με την ατμόσφαιρά του ή τις αναμνήσεις που αναμοχλεύει στην ψυχή μας. Είναι μεγάλη υπόθεση για έναν άνθρωπο να ξέρει να επιστέφει· είτε σε μπαρ, είτε σε ανθρώπους.
Η απάντηση δεν μπορεί ποτέ να είναι απλή, συνήθως όμως οι άνθρωποι δίνουμε τόση αξία στα μέρη που μας ξυπνάνε ωραίες αναμνήσεις· σ’ εκείνα που γελάσαμε, που τραγουδήσαμε, που ψιλοπαραπατήσαμε μετά από λίγη παραπάνω κατανάλωση αλκοόλ, εκεί που οι γύρω μας είναι έστω κι εξ’ όψεως οικείοι, στα μπαρ που νιώθαμε αρκετά άνετα ώστε να κάνουμε παιχνίδι, να είμαστε εμείς, εκείνη η ερωτεύσιμη πλευρά μας που ξυπνάει λίγο αργούτσικα, μόλις πέσει για ύπνο ο σφιχτοκώλης, Δευτεριάτικος εαυτός μας, εκείνος που σκέφτεται όλη μέρα λογαριασμούς, δουλειά και υποχρεώσεις.
Αγαπημένο μας μαγαζί γίνεται συνήθως εκείνο στο οποίο έστω και μία φορά στη ζωή μας ερωτευτήκαμε, ίσως τον τυχαίο άνθρωπο που έτυχε να μας μιλήσει, εκείνον που δε μας έβρισε όταν με μια άτσαλη κίνηση ρίξαμε το ποτό του, αλλά με χιούμορ και χαμόγελο βρήκε την κατάλληλη ευκαιρία να μας πιάσει την κουβέντα, εκείνον τον άνθρωπο που βγήκαμε ραντεβού «έτσι, για τη φάση» και καταλήξαμε να μιλάμε μαζί του μέχρι να ανάψουν τα φώτα του μαγαζιού στο κλείσιμο, μια για να μας διώξουν και μια για να φανεί η λάμψη στα βλέμματα λίγο καλύτερα.
Στο μπαρ που ερωτευτήκαμε πάντα θα θέλουμε να επιστρέφουμε, όλοι το ξέρουν αυτό και κάθε ζευγάρι έχει το δικό του. Αποτελεί κομμάτι της ταυτότητας της σχέσης, σήμανε την γέννηση ενός έρωτα και την αρχή μιας όμορφης (ή όχι) ιστορίας. Δεν είναι ποτέ ένα μαγαζί «της μόδας», δεν είναι από εκείνα τα μέρη που ο κόσμος πηγαίνει για να δώσει απλά το παρόν, τα μπαρ που ερωτευτήκαμε είναι πάντα κλασικής αξίας, διαχρονικά κι άφθαρτα. Οι τοίχοι τους αποκτούν άλλη δύναμη, δεν είναι πια απλά ντουβάρια, ο αέρας δε μυρίζει παρόμοια με τα άλλα μαγαζιά και οι άνθρωποι που συνδέθηκαν εκεί ποτέ δεν έμειναν ίδιοι.
Είναι τα μέρη που η συγκεκριμένη γωνία σου θυμίζει κάποιο αστείο, μια κίνηση, ένα άγγιγμα, ένα σφίξιμο στο στομάχι, τα ποτά έχουν την ταυτότητα του ανθρώπου σου, είναι τα μαγαζιά από το οποία κάθε φορά που περνάς κοιτάς κλεφτά μέσα για να δεις ποιος δουλεύει ή χαμογελάς προχωρώντας και κοιτάζοντας τα παπούτσια σου επειδή «κάτι θυμήθηκες».
Είναι μεγάλη υπόθεση να κάνεις ένα μαγαζί κομμάτι του εαυτού σου, είναι και τιμή και καμάρι για το μαγαζί το ίδιο. Οι άνθρωποι λατρεύουμε να ανήκουμε κάπου και η αίσθηση αυτή μπορεί να μεταφερθεί σε κάθε τι που μας ζεσταίνει την ψυχή με την ατμόσφαιρά του ή τις αναμνήσεις που αναμοχλεύει στην ψυχή μας. Είναι μεγάλη υπόθεση για έναν άνθρωπο να ξέρει να επιστέφει· είτε σε μπαρ, είτε σε ανθρώπους.
Φρόσω Μαγκαφοπούλου
pillowfights
Απλά μας ενδιαφέρει να ακούγονται όλες οι απόψεις χωρίς λογοκρισία.
Τα Μπουλούκια
Η παρούσα αρθρογραφία έχει καθαρά ενημερωτικό χαρακτήρα. Ο αναγνώστης οφείλει να διασταυρώνει τις πληροφορίες για θέματα που τον ενδιαφέρουν. Τα κείμενα βασίζονται σε υλικό από Ελληνικές και ξενόγλωσσες δημοσιεύσεις, οι οποίες αναφέρονται στο μέτρο του δυνατού. Τα συκοφαντικά ή υβριστικά σχόλια θα διαγράφονται χωρίς προειδοποίηση.