κάτι που η καρδούλα σου πόθησε τρελά. Γι’ αυτό, κάν’ το!
Πόσες φορές έπιασες τον εαυτό σου να διχάζεται μεταξύ του «ναι» και του «όχι;» Του «θέλω» και του «δεν πρέπει»; Του «τι θα πει ο κόσμος;», «τι θα σκεφτούν οι άλλοι;», «τι είναι σωστό και τι λάθος;»; Άσε με να μαντέψω. Άπειρες, μήπως; Χαλάρωσε, πάρε μια ζεστή κούπα καφέ και κάτσε να τα πούμε.
Χαίρω πολύ, ναι, ξέρω, μια απ’ τα ίδια. Ούτε εγώ δεν ξέρω τι μου γίνεται αυτή τη στιγμή. Όμως ξέρω τι θέλω. Κι όχι κατά βάθος. Άκου εκεί «κατά βάθος»! Τι άβολη φράση. Τι πάει να πει «κατά βάθος»; Είναι λες κι από μόνη της βάζει μια απαγορευτική ταμπέλα στις επιθυμίες μου, και τα δικά μου «θέλω» εγώ τα θέλω γυμνά, ξεκάθαρα κι ωμά. Οι επιθυμίες μου είναι όσα λαχταρούν η καρδιά και το μυαλό μου. Τίποτα λιγότερο τίποτα περισσότερο. End of story!
Και τσουπ… Να σου ο «καλός κοσμάκης», ο κάθε καλοθελητής, με την αιώνιά του ερώτηση -γιατί, και καλά, θέλει να βοηθήσει. «Τι είναι αυτό που θέλεις, κατά βάθος;» σε ρωτάνε. Κατά βάθος; Χμ, αφήστε με να σκεφτώ… Κατά βάθος, λοιπόν, δε θέλω. Το μόνο που ξέρω είναι πως ό,τι θέλω, το θέλω πολύ και δε με νοιάζουν οι επιπτώσεις. Τα «κατά βάθος» με τρομάζουν. Με αναγκάζουν να σκεφτώ ότι έχω ανάγκη για περισσότερα «θέλω». Με βάζουν στην άβολη θέση να πρέπει να διχάσω το μυαλό μου για να πω τι, πραγματικά, θέλω. Να το παιδέψω να διαλέξει ανάμεσα σε χίλια δύο πράγματα. Κι αν θέλω και τα χίλια δύο; Γιατί, όντως, τόσα θέλω στη ζωή μου. Και ποιος δε θέλει; Πες μου εσύ, γιατί να θέλω, κατά βάθος, κάτι απ’ όλα αυτά λίγο περισσότερο;
Είμαστε αυτοί οι αθεράπευτα διψασμένοι για τα πάντα. Χωρίς «κατά βάθος» έννοιες και λοιπές διδαχές. Είμαστε αυτοί που τα θέλουν όλα. Τα θέλουν όλα και λίγο και πολύ, όμως τα θέλουν με την καρδιά τους. Και σίγουρα δε μας αρέσουν οι περιορισμοί του πόσο πολύ θέλουμε κάτι. Γι’ αυτό τα «κατά βάθος» σας και σ’ άλλη παραλία!
Αυτό το «κάτι» το ποθεί με λαχτάρα η καρδούλα σου; Αν η απάντηση σου ήταν «ναι», τότε καν ‘το! Ό,τι κι αν είναι αυτό, ό,τι κι αν λένε οι άλλοι! Εσύ, απλά, κάν’ το! Θες αυτό το παγωτό; Πάρ’ το! Θέλεις σαν τρελή να στείλεις μήνυμα σε ‘κείνο το πρόσωπο; Κάν’ το! Θες να της πεις «σ’ αγαπώ» πρώτος; Πες το! Θες να φύγεις; Φύγε! Άντε, κάν’ το! Μην περιορίζεσαι σε χαζοκούτια του τύπου «κάνε αυτό που θες περισσότερο». Αυτή η φράση θα σε βάλει σε άλλες τόσες αναλώσιμες, άσκοπες, σκέψεις. Το μυαλό κι η καρδιά σου ξέρουν αμέσως τι θέλουν.
Γι’ αυτό, φιλαράκι μου, πιες την τελευταία γουλιά του καφέ σου κι ό,τι θέλεις, κάνε. Η πρώτη σου σκέψη είναι πάντα η σωστή. Τα «ίσως», τα «μα», τα «αν» και τα «μπορεί» δε βοήθησαν ποτέ κανέναν. Τα «κατά βάθος» δεν έβγαλαν κανέναν απ’ τη δύσκολη θέση. Το γουστάρει η ψυχούλα σου; Ε, κάν’ το να τελειώνουμε!
«Κατά βάθος δεν το θέλω, αλλά θα το κάνω.» Μα αν η ψυχή σου δεν το λαχταρά πολύ, πώς θα το κάνεις; «Μα κατά βάθος θέλω να κάνω αυτό.» Τότε κάν’ το, μην το σκεφτείς δεύτερη φορά! Εξάλλου, δεύτερη φορά δεν έχει. Κι όντως, φίλε μου, δεν υπάρχει πάντα δεύτερη φορά, κι αν υπάρξει, θα σε βρει μετανιωμένο. Και δώσ’ του πάλι απ’ την αρχή.
Εμείς οι αθεράπευτα ρεαλιστές, λοιπόν, παίρνουμε το μυαλουδάκι μας, ενώνουμε την καρδιά μας και παίρνουμε την απόφαση για το καθετί, εδώ και τώρα. Δε βάζουμε περιορισμούς στα «θέλω» μας. Τα πιστεύουμε με όλη μας τη δύναμη και τα κάνουμε. Από το πιο απλό, κι ίσως χαζό, μέχρι και το πιο σοβαρό.
Πιες, λοιπόν, αυτή τη τελευταία γουλιά τώρα και σήκω κάνε αυτό που σε ρώτησαν αν, κατά βάθος, θες. Γύρνα τους την πλάτη και πες φεύγοντας πως ό,τι θέλεις, το θέλεις πολύ, χωρίς τους «κατά βάθος» περιορισμούς τους. Μην τους αφήσεις να σε οδηγήσουν σε δεύτερες σκέψεις. Το θέλεις, το κάνεις και τέλος.
Κι αν δε βγει, δεν πειράζει. Σιγά! Θα βγει την επόμενη φορά ή τη μεθεπόμενη, ίσως όμως και ποτέ. Εσύ θα ξέρεις ότι κάποτε προσπάθησες κι έκανες κάτι που η καρδούλα σου πόθησε τρελά. Γι’ αυτό, κάν’ το!
Α! Και, μετά, θυμήσου να σε χειροκροτήσεις…
Χαίρω πολύ, ναι, ξέρω, μια απ’ τα ίδια. Ούτε εγώ δεν ξέρω τι μου γίνεται αυτή τη στιγμή. Όμως ξέρω τι θέλω. Κι όχι κατά βάθος. Άκου εκεί «κατά βάθος»! Τι άβολη φράση. Τι πάει να πει «κατά βάθος»; Είναι λες κι από μόνη της βάζει μια απαγορευτική ταμπέλα στις επιθυμίες μου, και τα δικά μου «θέλω» εγώ τα θέλω γυμνά, ξεκάθαρα κι ωμά. Οι επιθυμίες μου είναι όσα λαχταρούν η καρδιά και το μυαλό μου. Τίποτα λιγότερο τίποτα περισσότερο. End of story!
Και τσουπ… Να σου ο «καλός κοσμάκης», ο κάθε καλοθελητής, με την αιώνιά του ερώτηση -γιατί, και καλά, θέλει να βοηθήσει. «Τι είναι αυτό που θέλεις, κατά βάθος;» σε ρωτάνε. Κατά βάθος; Χμ, αφήστε με να σκεφτώ… Κατά βάθος, λοιπόν, δε θέλω. Το μόνο που ξέρω είναι πως ό,τι θέλω, το θέλω πολύ και δε με νοιάζουν οι επιπτώσεις. Τα «κατά βάθος» με τρομάζουν. Με αναγκάζουν να σκεφτώ ότι έχω ανάγκη για περισσότερα «θέλω». Με βάζουν στην άβολη θέση να πρέπει να διχάσω το μυαλό μου για να πω τι, πραγματικά, θέλω. Να το παιδέψω να διαλέξει ανάμεσα σε χίλια δύο πράγματα. Κι αν θέλω και τα χίλια δύο; Γιατί, όντως, τόσα θέλω στη ζωή μου. Και ποιος δε θέλει; Πες μου εσύ, γιατί να θέλω, κατά βάθος, κάτι απ’ όλα αυτά λίγο περισσότερο;
Είμαστε αυτοί οι αθεράπευτα διψασμένοι για τα πάντα. Χωρίς «κατά βάθος» έννοιες και λοιπές διδαχές. Είμαστε αυτοί που τα θέλουν όλα. Τα θέλουν όλα και λίγο και πολύ, όμως τα θέλουν με την καρδιά τους. Και σίγουρα δε μας αρέσουν οι περιορισμοί του πόσο πολύ θέλουμε κάτι. Γι’ αυτό τα «κατά βάθος» σας και σ’ άλλη παραλία!
Αυτό το «κάτι» το ποθεί με λαχτάρα η καρδούλα σου; Αν η απάντηση σου ήταν «ναι», τότε καν ‘το! Ό,τι κι αν είναι αυτό, ό,τι κι αν λένε οι άλλοι! Εσύ, απλά, κάν’ το! Θες αυτό το παγωτό; Πάρ’ το! Θέλεις σαν τρελή να στείλεις μήνυμα σε ‘κείνο το πρόσωπο; Κάν’ το! Θες να της πεις «σ’ αγαπώ» πρώτος; Πες το! Θες να φύγεις; Φύγε! Άντε, κάν’ το! Μην περιορίζεσαι σε χαζοκούτια του τύπου «κάνε αυτό που θες περισσότερο». Αυτή η φράση θα σε βάλει σε άλλες τόσες αναλώσιμες, άσκοπες, σκέψεις. Το μυαλό κι η καρδιά σου ξέρουν αμέσως τι θέλουν.
Γι’ αυτό, φιλαράκι μου, πιες την τελευταία γουλιά του καφέ σου κι ό,τι θέλεις, κάνε. Η πρώτη σου σκέψη είναι πάντα η σωστή. Τα «ίσως», τα «μα», τα «αν» και τα «μπορεί» δε βοήθησαν ποτέ κανέναν. Τα «κατά βάθος» δεν έβγαλαν κανέναν απ’ τη δύσκολη θέση. Το γουστάρει η ψυχούλα σου; Ε, κάν’ το να τελειώνουμε!
«Κατά βάθος δεν το θέλω, αλλά θα το κάνω.» Μα αν η ψυχή σου δεν το λαχταρά πολύ, πώς θα το κάνεις; «Μα κατά βάθος θέλω να κάνω αυτό.» Τότε κάν’ το, μην το σκεφτείς δεύτερη φορά! Εξάλλου, δεύτερη φορά δεν έχει. Κι όντως, φίλε μου, δεν υπάρχει πάντα δεύτερη φορά, κι αν υπάρξει, θα σε βρει μετανιωμένο. Και δώσ’ του πάλι απ’ την αρχή.
Εμείς οι αθεράπευτα ρεαλιστές, λοιπόν, παίρνουμε το μυαλουδάκι μας, ενώνουμε την καρδιά μας και παίρνουμε την απόφαση για το καθετί, εδώ και τώρα. Δε βάζουμε περιορισμούς στα «θέλω» μας. Τα πιστεύουμε με όλη μας τη δύναμη και τα κάνουμε. Από το πιο απλό, κι ίσως χαζό, μέχρι και το πιο σοβαρό.
Πιες, λοιπόν, αυτή τη τελευταία γουλιά τώρα και σήκω κάνε αυτό που σε ρώτησαν αν, κατά βάθος, θες. Γύρνα τους την πλάτη και πες φεύγοντας πως ό,τι θέλεις, το θέλεις πολύ, χωρίς τους «κατά βάθος» περιορισμούς τους. Μην τους αφήσεις να σε οδηγήσουν σε δεύτερες σκέψεις. Το θέλεις, το κάνεις και τέλος.
Κι αν δε βγει, δεν πειράζει. Σιγά! Θα βγει την επόμενη φορά ή τη μεθεπόμενη, ίσως όμως και ποτέ. Εσύ θα ξέρεις ότι κάποτε προσπάθησες κι έκανες κάτι που η καρδούλα σου πόθησε τρελά. Γι’ αυτό, κάν’ το!
Α! Και, μετά, θυμήσου να σε χειροκροτήσεις…
Τζένη Άστρα
pillowfights
Απλά μας ενδιαφέρει να ακούγονται όλες οι απόψεις χωρίς λογοκρισία.
Τα Μπουλούκια
Η παρούσα αρθρογραφία έχει καθαρά ενημερωτικό χαρακτήρα. Ο αναγνώστης οφείλει να διασταυρώνει τις πληροφορίες για θέματα που τον ενδιαφέρουν. Τα κείμενα βασίζονται σε υλικό από Ελληνικές και ξενόγλωσσες δημοσιεύσεις, οι οποίες αναφέρονται στο μέτρο του δυνατού. Τα συκοφαντικά ή υβριστικά σχόλια θα διαγράφονται χωρίς προειδοποίηση.