Και που είσαι; Δε χρειάζεται να με ξεφορτωθείς.
Είμαι πολλά πράγματα. Ναι είναι αλήθεια ότι έχω πολλά κουσούρια.
Το μεγαλύτερο όμως από όλα είναι ότι δεν αντέχω τους αχάριστους ανθρώπους.
Αντέχω πολλά. Πραγματικά πολλά αν καθίσω και σκεφτώ μια ολοκληρωμένη λίστα.
Αντέχω το θράσος, αντέχω το ψώνιο, αντέχω την κακία, αντέχω ακόμη και την απανθρωπιά.
Ναι, είδες; Σε έναν κόσμο που έπαψε να έχει αντοχές, εγώ αντέχω και δοκιμάζω τις αντοχές μου καθημερινά.
Αλλά ρε φίλε, την αχαριστία δεν την αντέχω. Εκείνο που ο σοφός λαός λέει “Εκεί που μας χρωστούσανε μας πήραν και το βόδι”.
Έχω φιλότιμο και θα σε βοηθήσω στην ανάγκη σου. Θα τρέξω στο πλευρό σου, θα σε στηρίξω. Όχι επειδή πάντα μπορώ αλλά επειδή πάντα θέλω. Κι ας μην μπορώ θα κάνω ότι γίνεται για να το καταφέρω. Κι ας ρίξω τον εαυτό μου, ας του στερήσω τον ελάχιστο ελεύθερο χρόνο του, ας στενάξει η ήδη στεναγμένη τσέπη μου.
Θα το κάνω από ενδιαφέρον κι από αγάπη. Θα το κάνω από έννοια.
Θα το κάνω επειδή έτσι είμαι εγώ. Βαφτισμένη να προστρέχω.
Ναι, κάνω σημαία το φιλότιμο και την έννοια μου και προχωρώ.
Κι ανεμίζω τη σημαία μέχρι που σκοντάφτω με τα μούτρα στο ντουβάρι σου.
Εκείνο το ντουβάρι του μυαλού σου που ορθώνει και γαμώ τα τείχη.
Πέφτει η σημαία, πέφτουν και τα μούτρα μου.
Αχαριστία το λένε και πήρε το όνομά της από την αφεντιά σου.
Από σένα που σε νόμιζα αλλιώς και σε δυο στιγμές γκρεμίστηκες στα μάτια μου. Κάλλιο να γκρεμιζόσουν από κανα ύψος. Θα τσάκιζες ένα πόδι, ένα χέρι, μικρή ζημιά. Θα διορθωνόταν.
Όλο τούτο όμως, αυτή η πτώση από τα μάτια μου, δε διορθώνεται.
Δε μου κάνεις ρε άνθρωπε, πώς να το κάνουμε;
Δε μου κάνει το μυαλό σου που σκέφτεται έτσι και πράττει ακόμη χειρότερα. Δε μου κάνει το πόσο συμφεροντολόγος είσαι, το πόσο παρτάλι.
Εγώ την πάρτη μου, όταν ήταν να σου δώσω, δεν τη σκέφτηκα ποτέ. Κι ίσως εκεί να ήταν το λάθος μου. Αν είχα κάνει μια στιγμή πίσω το δόσιμό μου, ίσως και να καταλάβαινα νωρίτερα την αχαριστία που δέρνει το άχρηστο τομάρι σου.
Σκληρή γίνομαι αλλά το αξίζεις. Και που δε μιλώ και κάνω το μαλάκα, το χρωστάς μόνο και μόνο στον αυτοσεβασμό μου.
Το χρωστάς σε εκείνο το διαολεμένο κάρμα μου που δε γουστάρω να χαλάσω για την αφεντομουτσουνάρα σου.
Τίποτα δεν αξίζεις. Κι αυτό το τίποτα εγώ θα στο δώσω ολόκληρο. Δε θα τσιγκουνευτώ ούτε μια σταλιά του.
Όλο δικό σου το τίποτά μου, μαλάκα μου. Να το λουστείς και να το χαίρεσαι.
Πάρε την αχαριστία σου, στόλισέ την με τις άθλιες σκέψεις και τις φτηνές δικαιολογίες που λες στον εαυτό σου για να κοιμάσαι τον ύπνο του Α-δίκου.
Και που είσαι; Δε χρειάζεται να με ξεφορτωθείς.
Το κάνω μόνη μου και bye bye.
Ελληνιστί… στα τσακίδια αχάριστε άνθρωπε.
Το μεγαλύτερο όμως από όλα είναι ότι δεν αντέχω τους αχάριστους ανθρώπους.
Αντέχω πολλά. Πραγματικά πολλά αν καθίσω και σκεφτώ μια ολοκληρωμένη λίστα.
Αντέχω το θράσος, αντέχω το ψώνιο, αντέχω την κακία, αντέχω ακόμη και την απανθρωπιά.
Ναι, είδες; Σε έναν κόσμο που έπαψε να έχει αντοχές, εγώ αντέχω και δοκιμάζω τις αντοχές μου καθημερινά.
Αλλά ρε φίλε, την αχαριστία δεν την αντέχω. Εκείνο που ο σοφός λαός λέει “Εκεί που μας χρωστούσανε μας πήραν και το βόδι”.
Έχω φιλότιμο και θα σε βοηθήσω στην ανάγκη σου. Θα τρέξω στο πλευρό σου, θα σε στηρίξω. Όχι επειδή πάντα μπορώ αλλά επειδή πάντα θέλω. Κι ας μην μπορώ θα κάνω ότι γίνεται για να το καταφέρω. Κι ας ρίξω τον εαυτό μου, ας του στερήσω τον ελάχιστο ελεύθερο χρόνο του, ας στενάξει η ήδη στεναγμένη τσέπη μου.
Θα το κάνω από ενδιαφέρον κι από αγάπη. Θα το κάνω από έννοια.
Θα το κάνω επειδή έτσι είμαι εγώ. Βαφτισμένη να προστρέχω.
Ναι, κάνω σημαία το φιλότιμο και την έννοια μου και προχωρώ.
Κι ανεμίζω τη σημαία μέχρι που σκοντάφτω με τα μούτρα στο ντουβάρι σου.
Εκείνο το ντουβάρι του μυαλού σου που ορθώνει και γαμώ τα τείχη.
Πέφτει η σημαία, πέφτουν και τα μούτρα μου.
Αχαριστία το λένε και πήρε το όνομά της από την αφεντιά σου.
Από σένα που σε νόμιζα αλλιώς και σε δυο στιγμές γκρεμίστηκες στα μάτια μου. Κάλλιο να γκρεμιζόσουν από κανα ύψος. Θα τσάκιζες ένα πόδι, ένα χέρι, μικρή ζημιά. Θα διορθωνόταν.
Όλο τούτο όμως, αυτή η πτώση από τα μάτια μου, δε διορθώνεται.
Δε μου κάνεις ρε άνθρωπε, πώς να το κάνουμε;
Δε μου κάνει το μυαλό σου που σκέφτεται έτσι και πράττει ακόμη χειρότερα. Δε μου κάνει το πόσο συμφεροντολόγος είσαι, το πόσο παρτάλι.
Εγώ την πάρτη μου, όταν ήταν να σου δώσω, δεν τη σκέφτηκα ποτέ. Κι ίσως εκεί να ήταν το λάθος μου. Αν είχα κάνει μια στιγμή πίσω το δόσιμό μου, ίσως και να καταλάβαινα νωρίτερα την αχαριστία που δέρνει το άχρηστο τομάρι σου.
Σκληρή γίνομαι αλλά το αξίζεις. Και που δε μιλώ και κάνω το μαλάκα, το χρωστάς μόνο και μόνο στον αυτοσεβασμό μου.
Το χρωστάς σε εκείνο το διαολεμένο κάρμα μου που δε γουστάρω να χαλάσω για την αφεντομουτσουνάρα σου.
Τίποτα δεν αξίζεις. Κι αυτό το τίποτα εγώ θα στο δώσω ολόκληρο. Δε θα τσιγκουνευτώ ούτε μια σταλιά του.
Όλο δικό σου το τίποτά μου, μαλάκα μου. Να το λουστείς και να το χαίρεσαι.
Πάρε την αχαριστία σου, στόλισέ την με τις άθλιες σκέψεις και τις φτηνές δικαιολογίες που λες στον εαυτό σου για να κοιμάσαι τον ύπνο του Α-δίκου.
Και που είσαι; Δε χρειάζεται να με ξεφορτωθείς.
Το κάνω μόνη μου και bye bye.
Ελληνιστί… στα τσακίδια αχάριστε άνθρωπε.
Της Στεύης Τσούτση
diaforetiko
Απλά μας ενδιαφέρει να ακούγονται όλες οι απόψεις χωρίς λογοκρισία.
Τα Μπουλούκια
Η παρούσα αρθρογραφία έχει καθαρά ενημερωτικό χαρακτήρα. Ο αναγνώστης οφείλει να διασταυρώνει τις πληροφορίες για θέματα που τον ενδιαφέρουν. Τα κείμενα βασίζονται σε υλικό από Ελληνικές και ξενόγλωσσες δημοσιεύσεις, οι οποίες αναφέρονται στο μέτρο του δυνατού. Τα συκοφαντικά ή υβριστικά σχόλια θα διαγράφονται χωρίς προειδοποίηση.