Ησυχία…αρχίζει!
Η κάμερα κεντράρει σε μια λιβελούλα με δυσλεξία.
Το πλάνο ανοίγει και πίσω της απλώνονται λιβάδια με κουτσουπιές και γαϊδουράγκαθα Μολδαβίας.
Στο βάθος σκοτεινιά και αντάρα.
Μετά από μισή ώρα η λιβελούλα παραμένει δυσλεκτική και οι κουτσουπιές και τα γαϊδουράγκαθα, κάγκελο.
Εμφανίζεται τέρμα δεξιά στο πλάνο μια κουτσή που τρέχει ανέμελη, φορώντας γαλότσες Hello Kitty και μια σωβρακοφανέλα λιλά, ενώ την κυνηγάνε δεκαεπτά μονόκεροι και εξήντα μαθητάδες.
Ένας μονόφθαλμος οργανοπαίχτης μπαίνει στο πλάνο και πιάνει στο κατόπι την ανέμελη κουτσή.
Τη γραπώνει και αφού κοιτιούνται κανένα τρίωρο -μιάμιση ώρα για το μονόφθαλμo- την ξαπλώνει στο λιβάδι και την…εκδικείται πετώντας της το ένα μάτι έξω, για κανένα σαρανταπεντάλεπτο.
Η κουτσή γίνεται και μουγκή.
Ο μονόφθαλμος που τα είδε όλα σηκώνεται, της λέει «είναι βαρύ το μούχρωμα της ανθρώπινης αλαζονείας» και φεύγει.
Τίτλοι τέλους.
Εδώ και χρόνια έχω αποφασίσει ότι δεν με ενθουσιάζουν και τόσο οι ταινίες που χρειάζονται φιλολογική ανάλυση για να καταλάβεις το βάθος τους.
‘Ίσως είμαι πολύ ρηχή -εγώ και η παραλία στην Ανάβυσσο.
Ίσως είμαι μια παλιολαϊκουράντζα που αδυνατεί να κατανοήσει το μεγαλείο του ελληνικού κινηματογράφου, που βυθίζεται στη δίνη ατέλειωτων συμβολισμών και ωμότητας.
Το παραδέχομαι.
Όταν βλέπω ταινία δεν θέλω να προβληματιστώ.
Αν νιώσω αυτή την ανάγκη θα διαβάσω κάτι. Στη χειρότερη, θα δεθώ στην καρέκλα και θα δω ειδήσεις.
Αυτό που θέλω πλέον από μια ταινία, είναι να γελάσω. Και να γελάσω πραγματικά.
Με αληθινά και πραγματικά αστεία.
Πάντα ήμουν λάτρης του παλιού ελληνικού κινηματογράφου και συγκεκριμένα της κωμωδίας.
Έκανα κάποιες απόπειρες να δω κανένα τραγικού ύφους εργάκι αλλά…τζίφος (εκτός από κάποιες ολιγάριθμες εξαιρέσεις).
Με τα δράματα του παλιού ελληνικού κινηματογράφου πάντα γελούσα και αδυνατούσα να συμπονέσω τον Βασιλάκη Καϊλα ως λουστράκο-βιοπαλαιστή-μαθητάρα-επιχειρηματία.
Δυσκολευόμουν να εμβαθύνω στο δράμα του Ξανθόπουλου που τον κυνήγαγε όλο το σόι της νύφης γιατί ήταν μπατίρης οικοδόμος-μεγαλόψυχος-τυραννισμένος και μετανάστης.
Ξεκαρδιζόμουν με το ακατάσχετο κλάμα της Χριστίνας Σύλβα που δεν την ήθελε η κακούργα πλουσία πεθερά από την Κηφισιά και παράλληλα την ταλαιπωρούσε και μια αρρώστια που ούτε ο Doctor House δεν μπορούσε να γιάνει.
Αντίθετα, λιγώνομαι με το μοναδικό Ηλιόπουλο στις «Κυρίες της Αυλής» που κιμπάρικα βάζει τα σπίρτα και ψάχνει χορηγό για τσιγάρο, με τον Βέγγο που δίνει ρεσιτάλ μαθηματικών υπερασπιζόμενος την απίθανη τσιγκουνιά του στο «Θα σε κάνω βασίλισσα», με τον Χατζηχρήστο που θέλει σφόδρα τη Φιφίκα και ο ΙΚΑς του τρώει τα λεφτά, με τον Βουτσά που έχει και κότερο και λύσσαξε να μας πάει μια βόλτα και πάει λέγοντας και από τα γέλια κλαίγοντας.
Ποια ψυχοθεραπεία και ποια αντικαταθλιπτικά.
Μια «Παριζιάνα» με τη θεά Βλαχοπούλου και τον αμίμητο Εξαρχάκο, αρκεί για να γελάσεις αβίαστα και αβάδιστα στο χώρο σου κι οι ενδορφίνες να αναλάβουν το έργο τους.
Παλιές ταινίες με πραγματικό χιούμορ, με ηθοποιούς που δίνανε ρέστα και κείμενα που μπορούσαν να σταθούν χωρίς καντήλια, βρισίδια και προστυχόλογα, που πλέον αποτελούν δεκανίκια σε κείμενα που βγάζουν γέλιο με το τσιγκέλι, φορετό σαν ζιλεδάκι.
Είναι οι ταινίες που βλέπουμε για πεντακοσιοστή φορά και γελάμε πριν πέσει η ατάκα, όχι γιατί έχουμε το κληρονομικό χάρισμα της Μάιρας Ρουμπέσκου που διαβάζει τη φέτα, αλλά γιατί μετά από τόσες επαναλήψεις το κείμενο «το ‘χεις».
Δεν με πειράζουν τόσο τα άπειρα χορευτικά τους, που καλομπουτούδες χορεύτριες δίνουν τα ρέστα τους στο «ό,τι θέλω χορεύω».
Δεν με ενοχλούν καθόλου τα τραγούδια που αποτελούν το λεγόμενο χασομέρι για να γεμίσει ο χρόνος.
Αδιαφορώ για το μαλλί τούρλα και το eyeliner που διασχίζει τον κρόταφο.
Άλλη εποχή, άλλα κόλπα.
Αυτό που με ενοχλεί σήμερα είναι ότι ο ελληνικός κινηματογράφος αδυνατεί πλέον να δώσει κωμικές ταινίες που βγάζουν πραγματικό αβίαστο γέλιο.
Αντιθέτως, στην πλειονότητα του διακρίνεται από μια απίστευτη σοβαροφάνεια απύθμενης κουλτούρας και μια ωμότητα που, να με συγχωρέσετε, αλλά δεν μου λέει τίποτα.
Πόσο δύσκολο είναι τελικά να κάνει κάποιος μια κωμική ταινία όπως εκείνες;
Και να πεις ότι δεν έχουμε καλούς ηθοποιούς; Το στοκ είναι τίγκα!
Αυτό που μας λείπει είναι σεβασμός στη γλώσσα, στο κείμενο και στο θεατή.
Έχουμε γεμίσει δημιουργούς καρακουλτουριάρηδες τάχαμου, που αναδεικνύουν ένα θέμα με ατελείωτα πλάνα ανείπωτης υπνηλίας.
Ερωτικές σκηνές ικανές για έγκαιρη διάγνωση ποικίλων γυναικολογικών παθήσεων και ουρολογικών νοσημάτων, γλωσσόφιλα που βρίσκουν σπλήνα, συμβολισμούς δυσκολότερους από το δίσκο της Φαιστού και χιλιάδες μηνύματα που αν τα βρεις, γράψε μου.
Σήμερα περισσότερο από ποτέ χρειαζόμαστε γέλιο, πολύ γέλιο και ποιοτικό.
Δόξα το Θεό, θέματα να σε κάνουν να γελάσεις υπάρχουν άφθονα, καταστάσεις κωμικοτραγικές ποικίλες, γιατί θα πρέπει να περιμένω να δω το «Κυρία Διευθυντής» για να γελάσω πραγματικά;
Για ποιο λόγο πρέπει να αποζητάμε κωμωδίες με ηθοποιούς που έχουν τινάξει τα πέταλα και σεναριογράφους που βλέπουν τα ραδίκια ανάποδα;
Είμαστε ένας λαός που έχει κολλήσει στο παρελθόν.
Από τον Περικλή και τον Λεωνίδα από τη..Σπάρτα, μέχρι τον Τζανετάκο και τον Λογοθετίδη.
Χρειαζόμαστε μια καλή επανεκκίνηση. Υλικό υπάρχει. Μυαλά διαθέτουμε. Πνεύμα ξεχειλίζουμε.
Ας κάνουμε κάτι να ξεκολλήσουμε από την «Κόρη μου τη Σοσιαλίστρια» και τους Περσικούς πολέμους.
Καλό το παρελθόν, αλλά βοηθάει μόνο όταν σε σπρώχνει προς το μέλλον.
Σε ετέρα περίπτωση ομιλούμε για καθήλωση, παλινδρόμηση και στάση πληρωμών, στάση Λυσσιατρείο και άλλες στάσεις, που η ανατροφή μου δεν μου επιτρέπει να θίξω.
Ρένα ζεις εσύ μας οδηγείς!
eyedoll
Απλά μας ενδιαφέρει να ακούγονται όλες οι απόψεις χωρίς λογοκρισία.
Τα Μπουλούκια
Η παρούσα αρθρογραφία έχει καθαρά ενημερωτικό χαρακτήρα. Ο αναγνώστης οφείλει να διασταυρώνει τις πληροφορίες για θέματα που τον ενδιαφέρουν. Τα κείμενα βασίζονται σε υλικό από Ελληνικές και ξενόγλωσσες δημοσιεύσεις, οι οποίες αναφέρονται στο μέτρο του δυνατού. Τα συκοφαντικά ή υβριστικά σχόλια θα διαγράφονται χωρίς προειδοποίηση.