Εις το "καυλοπωλείον" = Εις το μανάβικον

0

Μέ τόν ηθοποιό (που, επιτέλους! δέν σημαίνει μόνο φώς!) Άλεξ Κρητικό

ΕΙΣ ΤΟ… «ΚΑΥΛΟΠΩΛΕΙΟΝ»!

Χαιρετώ εγκαρδίως!

Ήμουνα, που λές, Γρηγόρη μου, σ’ ένα μανάβικο τίς προάλλες. Λίγα μανάβικα έχουν απομείνει πιά. Εγώ, τά γουστάρω αυτά τά μαγαζάκια και μισώ μέ περισσό πάθος τά πολυκαταστήματα.

Ο μανάβης, διέθετε μύστακα σεβαστού πάχους και χαμόγελο πλατύ. Κλασσική φιγούρα μανάβη περασμένων εποχών. Πείραζε τίς κυράδες, αστειευόταν, ωραίος τύπος. «Κάτι
αγγούρια που ’χω σήμερα, θά τά δεί ο άντρας σου και θά ζηλέψει, κυρία Φωφώ», και άλλα νόστιμα.

Η κυρία Φωφώ, 45άρα, πολύ όμορφη γυναίκα. Θέλησα νά τήν πειράξω:

«Έρχεστε συχνά στόν συγκεκριμένο καυλοπώλη; Δέν σάς έχω ξαναδεί», τής είπα.

Μέ κοίταζε επί ένα λεπτό ‐ χωρίς καμμία υπερβολή ‐ μέ τό στόμα ολάνοιχτο και τά μάτια γουρλωμένα. Ο μανάβης, λίγο παραδίπλα, είχε ξεραθεί στά γέλια!

«Όχι, ρέ φίλε», μού κάνει ο μανάβης, «αυτό, δέν τό πουλάω! Τό προσφέρω δωρεάν!»

Η κυρία Φωφώ, έκλεισε τό στόμα της κι άρχισε νά υπομειδιά αμήχανα.

«Τό πουλάς», είπα εγώ. «Στήν αρχαία Ελλάδα, έτσι ονομαζόταν τό επάγγελμά σου.»

Κι άρχισα νά τούς εξηγώ, αναγνώστη μου, τά εξής:

«Καυλί», από τό αρχαίο «καυλός», (υποκοριστικό: «καυλίον»), σημαίνει «μίσχος»,  «βλαστάρι», «κοτσάνι». Κατ’ επέκτασιν, χαρακτήριζε οτιδήποτε τό μακρουλό. Η άκρη τού δόρατος, φερ’ ειπείν, η αιχμή του, λεγόταν «καυλός».

Ο μανάβης, λοιπόν, επειδή ακριβώς πουλούσε βλαστάρια, κοτσάνια και άλλα ζαρζαβατικά, ονομαζόταν «καυλοπώλης».

Τώρα, βέβαια, δέν ξέρω πόσοι θά τό εκτιμήσουν άν τούς αποκαλέσεις έτσι! Ο δικός μου διαθέτει χιούμορ, μέχρι και τήν ταμπέλα σκέφτεται ν’ αλλάξει!

Άχ, πονηρή Ανθούλα! Γιά τήν ψωλή ρώτησες; Καλά, καλά, χαλάω εγώ χατήρια;

Διάβασε, λοιπόν, γλυκιά μου: Η ψωλή, είναι τό θηλυκό τού «ψωλός» και σημαίνει πέος μέ αποκεκαλυμμένη τή βάλανο, πέος σέ στύση. Απενοχοποιούμε τίς λέξεις εδώ!

Τί είπες; Τότε ο άντρας σου δέν έχει ψωλή; Ά, αυτό δέν απασχολεί τή στήλη! Η επιστήμη έχει προχωρήσει, τί νά σού πώ…

Μήν κάνεις σάν υστερική! Είπαμε, η επιστήμη… Αλήθεια, ξέρεις από πού προέρχεται η λέξη «υστερική»;

«Υστέρα» στ’ αρχαία Ελληνικά, είναι η μήτρα. (Διότι βρίσκεται κάτω, έρχεται ύστερα, ας τό πούμε). Από τά «υστερικά πάθη», τίς παθήσεις, δηλαδή, τής μήτρας, γεννήθηκε η λέξη «υστερία».

Οι γυναίκες, λοιπόν, οι οποίες είχαν άρρωστη μήτρα και θά πρέπει νά πονούσαν πολύ και νά ούρλιαζαν, χαρακτηρίζονταν «υστερικές».

Έτσι που λέτε, αγαπημένες κι αγαπημένοι μου!

Μή μέ χάσεις τήν επόμενη φορά! Φιλιά!

mylady
Ετικέτα:

Δημοσίευση σχολίου

0Σχόλια
* Οτι δημοσιεύουμε δεν σημαίνει ότι το υιοθετούμε.
Απλά μας ενδιαφέρει να ακούγονται όλες οι απόψεις χωρίς λογοκρισία.

Τα Μπουλούκια

Η παρούσα αρθρογραφία έχει καθαρά ενημερωτικό χαρακτήρα. Ο αναγνώστης οφείλει να διασταυρώνει τις πληροφορίες για θέματα που τον ενδιαφέρουν. Τα κείμενα βασίζονται σε υλικό από Ελληνικές και ξενόγλωσσες δημοσιεύσεις, οι οποίες αναφέρονται στο μέτρο του δυνατού. Τα συκοφαντικά ή υβριστικά σχόλια θα διαγράφονται χωρίς προειδοποίηση.

Η παρούσα αρθρογραφία έχει καθαρά ενημερωτικό χαρακτήρα. Ο αναγνώστης οφείλει να διασταυρώνει τις πληροφορίες για θέματα που τον ενδιαφέρουν. Τα κείμενα βασίζονται σε υλικό από Ελληνικές και ξενόγλωσσες δημοσιεύσεις, οι οποίες αναφέρονται στο μέτρο του δυνατού. Τα συκοφαντικά ή υβριστικά σχόλια θα διαγράφονται χωρίς προειδοποίηση.

Δημοσίευση σχολίου (0)
To Top