Αγαπούσε παθιασμένα το θέατρο, την όπερα, τον χορό, την τέχνη γενικότερα.
Στις 18 (κατά την επικρατέστερη εκδοχή) Νοεμβρίου 1903 γεννήθηκε στην Αθήνα η Δόρα (Δωροθέα) Στράτου, η οποία κατάφερε να συνδέσει άρρηκτα το όνομά της με την ελληνική μουσική και χορευτική παράδοση.
Κόρη του αιτωλοακαρνάνος δικηγόρου και πολιτικού (διατελέσαντος επ’ ολίγον και πρωθυπουργού) Νικολάου Στράτου (ήταν ένας από τους εκτελεσθέντες μετά το πέρας της ιστορικής Δίκης των Εξ, το Νοέμβριο του 1922) και της αθηναίας Μαρίας Κορομηλά, η Δόρα Στράτου σπούδασε κλασικό τραγούδι και υπήρξε μαθήτρια του Δημήτρη Μητρόπουλου. Μετά την εκτέλεση του πατέρα της έζησε επί μία δεκαετία στο εξωτερικό και επέστρεψε στην Ελλάδα το 1932. Αφού συνέδραμε τον Κάρολο Κουν στην ίδρυση του Θεάτρου Τέχνης (1942) και συνδέθηκε φιλικά με πολυάριθμους πνευματικούς ανθρώπους (καλλιτέχνες και διανοουμένους) του Μεσοπολέμου, η Δόρα Στράτου έκανε το αποφασιστικό βήμα το 1953, προβαίνοντας στην ίδρυση του πρώτου οργανωμένου συγκροτήματος παραδοσιακών χορών στη χώρα μας, του σωματείου «Ελληνικοί χοροί – Δόρα Στράτου». Η ίδια, μάλιστα, πρωτοστάτησε στην προσπάθεια να διασωθεί ο γνήσιος ελληνικός χορός, και μαζί του οι εθνικές μνήμες, συγκεντρώνοντας χιλιάδες φορεσιές (με τα κοσμήματα και τα εξαρτήματά τους) από διάφορες περιοχές της χώρας μας. Το μουσικοχορευτικό της συγκρότημα, που στελεχώθηκε από τους καλύτερους χορευτές, οργανοπαίχτες και τραγουδιστές της εποχής εκείνης, έδωσε παραστάσεις στην Ελλάδα και στο εξωτερικό. Το 1963, κατόπιν εντολής του Κωνσταντίνου Καραμανλή, κατασκευάστηκε στο λόφο Φιλοπάππου ένα κηποθέατρο ειδικά για το μουσικοχορευτικό συγκρότημα της Δόρας Στράτου. Η Δόρα Στράτου απεβίωσε στην Αθήνα στις 19 Ιανουαρίου 1988. Στο τεύχος του «Ταχυδρόμου» που είχε κυκλοφορήσει στις 21 Οκτωβρίου 1992 ο διακεκριμένος θεατράνθρωπος (σκηνοθέτης, ηθοποιός), χορογράφος και συγγραφέας Κώστας Τσιάνος έγραφε για τη Δόρα Στράτου τα εξής:
Μια Αρχόντισσα
Δεν πέρασε από κανένα πανεπιστήμιο, όμως η ευρυμάθειά της ήταν μεγάλη. Πάνω απ’ όλα εκείνο που τη χαρακτήριζε ήταν το αλάθευτο ένστικτό της, ο ενθουσιασμός και το πάθος που φανέρωνε σε ό,τι καταπιανόταν.
Αγαπούσε παθιασμένα το θέατρο, την όπερα, τον χορό, την τέχνη γενικότερα. Δεν υπήρχε καλλιτέχνης που να μην επιζητούσε την κρίση της και πρόσφερε σε πάρα πολλούς απλόχερη βοήθεια, σε οποιαδήποτε ανάγκη τους.
Ήταν αφοπλιστικά καλή και γενναιόδωρη και τίποτα δεν πρόδιδε τη μεγάλη αστική της προέλευση.
Στην κυριολεξία ήταν μια «Αρχόντισσα», μια «Κυρά», όπως ο λαός χαρακτήριζε τις ακέραιες, ολοκληρωμένες γυναίκες. «ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ», 21.10.1992, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»
Το πάθος της και η πίστη να αποδείξει την ιστορική συνέχιση της Ελλάδας την οδήγησαν στο να αφιερωθεί στην έρευνα της λαϊκής παράδοσης.
Πίστευε βαθιά και προσπάθησε να αποδείξει ότι η σημερινή λαϊκή έκφραση έχει τις ρίζες της σε παλιούς χρόνους και ότι σ’ αυτή βρίσκεται όλο το «βιος» μας σαν έθνος, που κανείς ποτέ δεν μπόρεσε να το αφαιρέσει.
Κόρη του αιτωλοακαρνάνος δικηγόρου και πολιτικού (διατελέσαντος επ’ ολίγον και πρωθυπουργού) Νικολάου Στράτου (ήταν ένας από τους εκτελεσθέντες μετά το πέρας της ιστορικής Δίκης των Εξ, το Νοέμβριο του 1922) και της αθηναίας Μαρίας Κορομηλά, η Δόρα Στράτου σπούδασε κλασικό τραγούδι και υπήρξε μαθήτρια του Δημήτρη Μητρόπουλου. Μετά την εκτέλεση του πατέρα της έζησε επί μία δεκαετία στο εξωτερικό και επέστρεψε στην Ελλάδα το 1932. Αφού συνέδραμε τον Κάρολο Κουν στην ίδρυση του Θεάτρου Τέχνης (1942) και συνδέθηκε φιλικά με πολυάριθμους πνευματικούς ανθρώπους (καλλιτέχνες και διανοουμένους) του Μεσοπολέμου, η Δόρα Στράτου έκανε το αποφασιστικό βήμα το 1953, προβαίνοντας στην ίδρυση του πρώτου οργανωμένου συγκροτήματος παραδοσιακών χορών στη χώρα μας, του σωματείου «Ελληνικοί χοροί – Δόρα Στράτου». Η ίδια, μάλιστα, πρωτοστάτησε στην προσπάθεια να διασωθεί ο γνήσιος ελληνικός χορός, και μαζί του οι εθνικές μνήμες, συγκεντρώνοντας χιλιάδες φορεσιές (με τα κοσμήματα και τα εξαρτήματά τους) από διάφορες περιοχές της χώρας μας. Το μουσικοχορευτικό της συγκρότημα, που στελεχώθηκε από τους καλύτερους χορευτές, οργανοπαίχτες και τραγουδιστές της εποχής εκείνης, έδωσε παραστάσεις στην Ελλάδα και στο εξωτερικό. Το 1963, κατόπιν εντολής του Κωνσταντίνου Καραμανλή, κατασκευάστηκε στο λόφο Φιλοπάππου ένα κηποθέατρο ειδικά για το μουσικοχορευτικό συγκρότημα της Δόρας Στράτου. Η Δόρα Στράτου απεβίωσε στην Αθήνα στις 19 Ιανουαρίου 1988. Στο τεύχος του «Ταχυδρόμου» που είχε κυκλοφορήσει στις 21 Οκτωβρίου 1992 ο διακεκριμένος θεατράνθρωπος (σκηνοθέτης, ηθοποιός), χορογράφος και συγγραφέας Κώστας Τσιάνος έγραφε για τη Δόρα Στράτου τα εξής:
Μια Αρχόντισσα
Δεν πέρασε από κανένα πανεπιστήμιο, όμως η ευρυμάθειά της ήταν μεγάλη. Πάνω απ’ όλα εκείνο που τη χαρακτήριζε ήταν το αλάθευτο ένστικτό της, ο ενθουσιασμός και το πάθος που φανέρωνε σε ό,τι καταπιανόταν.
Αγαπούσε παθιασμένα το θέατρο, την όπερα, τον χορό, την τέχνη γενικότερα. Δεν υπήρχε καλλιτέχνης που να μην επιζητούσε την κρίση της και πρόσφερε σε πάρα πολλούς απλόχερη βοήθεια, σε οποιαδήποτε ανάγκη τους.
Ήταν αφοπλιστικά καλή και γενναιόδωρη και τίποτα δεν πρόδιδε τη μεγάλη αστική της προέλευση.
Στην κυριολεξία ήταν μια «Αρχόντισσα», μια «Κυρά», όπως ο λαός χαρακτήριζε τις ακέραιες, ολοκληρωμένες γυναίκες. «ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ», 21.10.1992, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»
Το πάθος της και η πίστη να αποδείξει την ιστορική συνέχιση της Ελλάδας την οδήγησαν στο να αφιερωθεί στην έρευνα της λαϊκής παράδοσης.
Πίστευε βαθιά και προσπάθησε να αποδείξει ότι η σημερινή λαϊκή έκφραση έχει τις ρίζες της σε παλιούς χρόνους και ότι σ’ αυτή βρίσκεται όλο το «βιος» μας σαν έθνος, που κανείς ποτέ δεν μπόρεσε να το αφαιρέσει.
Βαγγέλης Στεργιόπουλος
in










Απλά μας ενδιαφέρει να ακούγονται όλες οι απόψεις χωρίς λογοκρισία.
Τα Μπουλούκια
Η παρούσα αρθρογραφία έχει καθαρά ενημερωτικό χαρακτήρα. Ο αναγνώστης οφείλει να διασταυρώνει τις πληροφορίες για θέματα που τον ενδιαφέρουν. Τα κείμενα βασίζονται σε υλικό από Ελληνικές και ξενόγλωσσες δημοσιεύσεις, οι οποίες αναφέρονται στο μέτρο του δυνατού. Τα συκοφαντικά ή υβριστικά σχόλια θα διαγράφονται χωρίς προειδοποίηση.