να εξάρουν το εθνικό φρόνιμα και τη λεβεντιά
Η Ελλάδα είναι χώρα που τον πόλεμο τον έχει ζήσει για τα καλά. Διάφοροι λαοί έχουν υπάρξει ως κατακτητές της, ο αγώνας προς την ελευθερία είχε θυσίες και οδυρμό, με λίγα λόγια μία ιδανική πρώτη ύλη για ταινία.
Η επανάσταση του 1821 στάθηκε αφορμή για τους έλληνες δημιουργούς να εξάρουν το εθνικό φρόνιμα και τη λεβεντιά. Όπερ και εγένετο οι ταινίες που ακολουθούν.
Η πρώτη ταινία που καταπιάστηκε με τα προεπαναστατικά γεγονότα αφορούσε σε ένα ιστορικό σημείο για την ελληνική επανάσταση: Το Ζάλογγο.
Το 1959, ο σκηνοθέτης Στέλιος Τατασόπουλος έφερε στις οθόνες το «Ζάλογγο, το κάστρο της Λευτεριάς» δείχνοντας την αυτοθυσία των Σουλιωτισσών απέναντι στη δίνη του Αλή Πασά.
Σε σενάριο Θεόδωρου Τέμπου και με τη μουσική επένδυση του Μάνου Χατζιδάκι, οι Ελένη Ζαφειρίου (ως Τζαβέλαινα), ο Βύρων Πάλλης (ως Κίτσος Μπότσαρης), ο Δήμος Σταρένιος (Πήλιος Γούσης) και ο Μίμης Ρουγγέρης στο ρόλο του Αλή Πασά δημιούργησαν μία ταινία αξιώσεων.
Την ίδια χρονιά ο Γρηγόρης Γρηγορίου σκηνοθετεί και γράφει το σενάριο για την «Λίμνη των Στεναγμών» (καμία σχέση με την τηλεοπτική μεταφορά του 2005).
Γιάννενα στις αρχές του 19ου αιώνα και η ματωμένη ιστορία της κυρά Φροσύνης και των 17 γυναικών που την ακολούθησαν στο θάνατο, απεικονίζεται στις οθόνες.
Ο επιβλητικός Τζαβαλάς Καρούσος (ο οποίος είχε ήδη υποδυθεί στο Ζάλογγο τον Φώτη Τζαβέλλα) τώρα ενσαρκώνει τον Αλή Πασά, με τη σπουδαία Ειρήνη Παπά στο ρόλο της κυρά Φροσύνης και τον Ανδρέα Μπάρκουλη ως Μπουχτάρ Πασάς. Η ταινία προβλήθηκε το 1959-1960 και έκοψε 33.317 εισιτήρια.
Η υποβλητική φιγούρα και η στεντόρεια φωνή της Ειρήνη Παπά (και όχι της Μιμής Ντενίση) την ίδια χρονιά αποτυπώνουν τη Μπουμπουλίνα στην ομώνυμη ταινία του 1959 σε σκηνοθεσία του Κώστα Ανδρίτσου.
Δίπλα της πάλι ο Ανδρέας Μπάρκουλης ως Δημητρός Γιάννουζας ενώ το σενάριο του ιστορικού αυτού βιογραφικού δράματος υπογράφει ο Νέστωρας Μάτσας. Μιράντα Μυράτ, Χριστόφορος Νέζερ, Διονύσης Παπαγιαννόπουλος, Γεωργία Βασιλειάδου και Γιώργος Βελέντζας είναι μερικοί μόνο από τους υπέροχους συντελεστές της ταινίας.
Το 1961, ο Γιώργος Πετρίδης σκηνοθετεί «Τα Σαράντα Παλικάρια» με τους Άντζελα Ζήλεια, Ανδρέα Ντούζο, Κώστα Ρηγόπουλο, Κώστα Καζάκο και Λαυρέντη Διανέλλο στους πρωταγωνιστικούς ρόλους.
Η ταινία αφηγείται την ιστορία ενός τσοπάνου που ακολουθεί στο βουνό τον Κίτσο και τα παλικάρια του και πολεμούν τους Τούρκους. Αν και συμμετέχει πληθώρα γνωστών ηθοποιών, η ταινία δεν είναι από τις πιο αναγνωρισμένες.
Τέσσερα χρόνια αργότερα, ο ελληνικός κινηματογράφος και συγκεκριμένα ο Δημήτρης Δούκας επιστρέφει με μία ακόμα επαναστατική ταινία: «Η έξοδος του Μεσολογγίου» σε σενάριο Γιάννη Καψάλη. Η ταινία συγκεντρώνει ό,τι καλύτερο έχει να επιδείξει σε υποκριτικό ταλέντο η εγχώρια αγορά: Μάνος Κατράκης, Τζαβαλάς Καρούσος, Άννα Ιασωνίδου, Ίλια Λιβυκού, Τάκης Εμμανουήλ, Χριστόφορος Ζήκας κ.λπ
Τη δεκαετία του ‘70 και εν μέσω στρατιωτικής δικτατορίας, τα ελληνικά έπη ξαναβγαίνουν στο σινεμά. Η «Μαντώ Μαυρογένους» με τη μοναδική Τζένη Καρέζη στον ομώνυμο ρόλο ακόμα και σήμερα «στοιχειώνει» δημιουργώντας μία ιστορία με κεντρικό ήρωα τη θρυλική μορφή της γυναικείας αυτής παρουσίας, πλαισιωμένης από άλλες ιστορικές μορφές της εποχής. Ο Πέτρος Φυσούν στο ρόλο του Δημητρίου Υψηλάντη, απόλυτα αντίθετος φυσιογνωμικά από την Καρέζη, συμπληρώνεται αρμονικά με τις παρουσίες των Αθηνόδωου Προύσαλη, Σταύρου Ξενίδη, Ελένης Ερήμου, Άλκη Γιαννακά, Κάκιας Παναγιώτου, Λαυρέντη Διανέλλου, Γιώργου Μοσχίδη, Θεόδωρου Έξαρχου, Ντίνου Καρύδη, Δημήτρη Μπισλάνη κ.λπ.
Η ταινία είναι η πρώτη σοβαρή υπερπαραγωγή σε σκηνοθετικό και σεναριακό πλαίσιο, απογυμνώνοντας χαρακτήρες και πολιτικά ήθη.
Την ίδια χρονιά ο «Παπαφλέσσας» με τον Δημήτρη Παπαμιχαήλ στον ομώνυμο ρόλο θα θέσει ακόμα πιο ψηλά τον πήχη.
Ο Ερρίκος Ανδρέου στη σκηνοθετική καρέκλα έχει πάρει το «ok» της παραγωγής και δημιουργεί ένα κινηματογραφικό έπος με πολλές απαιτήσεις. Ανταποκρίνεται χάρη στην ερμηνευτική δεινότητα των συντελεστών, οι οποίοι ούτε λίγο ούτε πολύ, είναι αυτοί που διαμορφώνουν την ελληνική θεατρική και κινηματογραφική avant garde της εποχής. Κάτια Δανδουλάκη, Αλέκος Αλεξανδράκης, Δημήτρης Ιωακειμίδης (ο οποίος ενσάρκωσε ιδανικά τον Θεόδωρο Κολοκοτρώνη), Σταύρος Ξενίδης, Στέφανος Στρατηγός (ένας εκπληκτικός Ιμπραήμ) κ.λπ.
Στα extra infos, η ταινία απέσπασε τις καλύτερες κριτικές στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης του 1971, κερδίζοντας τα βραβεία Καλύτερης Σκηνοθεσίας και Αρτιότερης Παραγωγής ενώ απενεμήθη στον Διονύση Φωτόπουλο τιμητική διάκριση για τη σκηνογραφία και την ενδυματολογική του προσφορά.
Στα πιο πρακτικά, η ταινία κόστισε 12.009.000 δραχμές και μέχρι σήμερα θεωρείται μία από τις μεγαλύτερες υπερπαραγωγές του ελληνικού σινεμά.
Ένα χρόνο μετά οι «Σουλιώτισσες» γίνονται πρωταγωνίστριες στην ταινία του Δημήτρη Παπακωνσταντή. Για μία ακόμα φορά και έπειτα από 13 χρόνια, το θρυλικό Σούλι και οι ηρωίδες του γίνονται σημείο αναφοράς για τον ελληνικό κινηματογράφο. Κάτια Δανδουλάκη ξανά σε πρωταγωνιστικό ρόλο, Χρήστος Πολίτης στο πλάι της και οι Στέφανος Στρατηγός, Λαυρέντης Διανέλλος, Αλέκα Κατσέλη, Μαλαίνα Ανουσάκη κι άλλοι συμπλήρωναν το καστ μίας ταινίας που έφτασε να κόψει 117.124 εισιτήρια.
Στην εκπνοή της 7ετίας, το 1974 βγαίνει στις αίθουσες «Η δίκη των δικαστών». Ένα δικαστικό δράμα του Πάνου Γλυκοφρύδη (σενάριο και σκηνοθεσία) με τον Νίκο Κούρκουλο στο ρόλο του Δικαστή Πολυζωΐδη, τον Μάνο Κατράκη ως Θεόδωρο Κολοκοτρώνη και τον Δημήτρη Μυράτ στο ρόλο του Καποδίστρια.
Η περιβόητη δίκη του 1833, με τον Θεόδωρο Κολοκοτρώνη και τον Γεώργιο Πλαπούτα να κατηγορούνται για εσχάτη προδοσία στο νεοσύστατο ελληνικό κράτος, υπό τη βασιλεία του βαυαρού Όθωνα, μεταφέρθηκε στο πανί με αξιοπρέπεια και μία υπόθεση από τις μαύρες σελίδες της ελληνικής ιστορίας βγήκε στις αίθουσες.
Το ελληνικό σινεμά ξεχνά για χρόνια την επανάσταση αλλά ο Νίκος Κούνδουρος επιστρέφει σε αυτό με το «Μπάιρον, η μπαλάντα ενός δαιμονισμένου» το 1992. Η ταινία πηγαίνει στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης και αποσπά πληθώρα Βραβείων: Καλύτερης ταινίας, ερμηνείας Α’ Ανδρικού ρόλου (Μάνος Βακούσης), ερμηνείας Β΄ Γυναικείου ρόλου (Βέρα Σοτνίκοβα), φωτογραφίας (Νίκος Καβουκίδης), σκηνογραφίας (Κωνσταντίν Φορενστένκο) μοντάζ (Τάκης Γιαννόπουλος) και ηχοληψίας (Θανάσης Αρβανίτης).
Τελευταία επαναστατική ματιά του ελληνικού κινηματογράφου ήταν το 1999 με τον Σταμάτη Τσαρουχά να σκηνοθετεί τον «Ανθό της λίμνης». Στους πρωταγωνιστικούς ρόλους παρακολουθούμε τους Λάκη Κομνηνό, Άκη Μαχαίρα και Βαγγέλη Μουρίκη να ερμηνεύουν την προσπάθεια επιβίωσης μιας οικογένειας στην Καστοριά ενώ έρχεται αντιμέτωπη με τον Τουρκικό ζυγό.
Η επανάσταση του 1821 στάθηκε αφορμή για τους έλληνες δημιουργούς να εξάρουν το εθνικό φρόνιμα και τη λεβεντιά. Όπερ και εγένετο οι ταινίες που ακολουθούν.
Η πρώτη ταινία που καταπιάστηκε με τα προεπαναστατικά γεγονότα αφορούσε σε ένα ιστορικό σημείο για την ελληνική επανάσταση: Το Ζάλογγο.
Το 1959, ο σκηνοθέτης Στέλιος Τατασόπουλος έφερε στις οθόνες το «Ζάλογγο, το κάστρο της Λευτεριάς» δείχνοντας την αυτοθυσία των Σουλιωτισσών απέναντι στη δίνη του Αλή Πασά.
Σε σενάριο Θεόδωρου Τέμπου και με τη μουσική επένδυση του Μάνου Χατζιδάκι, οι Ελένη Ζαφειρίου (ως Τζαβέλαινα), ο Βύρων Πάλλης (ως Κίτσος Μπότσαρης), ο Δήμος Σταρένιος (Πήλιος Γούσης) και ο Μίμης Ρουγγέρης στο ρόλο του Αλή Πασά δημιούργησαν μία ταινία αξιώσεων.
Την ίδια χρονιά ο Γρηγόρης Γρηγορίου σκηνοθετεί και γράφει το σενάριο για την «Λίμνη των Στεναγμών» (καμία σχέση με την τηλεοπτική μεταφορά του 2005).
Γιάννενα στις αρχές του 19ου αιώνα και η ματωμένη ιστορία της κυρά Φροσύνης και των 17 γυναικών που την ακολούθησαν στο θάνατο, απεικονίζεται στις οθόνες.
Ο επιβλητικός Τζαβαλάς Καρούσος (ο οποίος είχε ήδη υποδυθεί στο Ζάλογγο τον Φώτη Τζαβέλλα) τώρα ενσαρκώνει τον Αλή Πασά, με τη σπουδαία Ειρήνη Παπά στο ρόλο της κυρά Φροσύνης και τον Ανδρέα Μπάρκουλη ως Μπουχτάρ Πασάς. Η ταινία προβλήθηκε το 1959-1960 και έκοψε 33.317 εισιτήρια.
Η υποβλητική φιγούρα και η στεντόρεια φωνή της Ειρήνη Παπά (και όχι της Μιμής Ντενίση) την ίδια χρονιά αποτυπώνουν τη Μπουμπουλίνα στην ομώνυμη ταινία του 1959 σε σκηνοθεσία του Κώστα Ανδρίτσου.
Δίπλα της πάλι ο Ανδρέας Μπάρκουλης ως Δημητρός Γιάννουζας ενώ το σενάριο του ιστορικού αυτού βιογραφικού δράματος υπογράφει ο Νέστωρας Μάτσας. Μιράντα Μυράτ, Χριστόφορος Νέζερ, Διονύσης Παπαγιαννόπουλος, Γεωργία Βασιλειάδου και Γιώργος Βελέντζας είναι μερικοί μόνο από τους υπέροχους συντελεστές της ταινίας.
Το 1961, ο Γιώργος Πετρίδης σκηνοθετεί «Τα Σαράντα Παλικάρια» με τους Άντζελα Ζήλεια, Ανδρέα Ντούζο, Κώστα Ρηγόπουλο, Κώστα Καζάκο και Λαυρέντη Διανέλλο στους πρωταγωνιστικούς ρόλους.
Η ταινία αφηγείται την ιστορία ενός τσοπάνου που ακολουθεί στο βουνό τον Κίτσο και τα παλικάρια του και πολεμούν τους Τούρκους. Αν και συμμετέχει πληθώρα γνωστών ηθοποιών, η ταινία δεν είναι από τις πιο αναγνωρισμένες.
Τέσσερα χρόνια αργότερα, ο ελληνικός κινηματογράφος και συγκεκριμένα ο Δημήτρης Δούκας επιστρέφει με μία ακόμα επαναστατική ταινία: «Η έξοδος του Μεσολογγίου» σε σενάριο Γιάννη Καψάλη. Η ταινία συγκεντρώνει ό,τι καλύτερο έχει να επιδείξει σε υποκριτικό ταλέντο η εγχώρια αγορά: Μάνος Κατράκης, Τζαβαλάς Καρούσος, Άννα Ιασωνίδου, Ίλια Λιβυκού, Τάκης Εμμανουήλ, Χριστόφορος Ζήκας κ.λπ
Τη δεκαετία του ‘70 και εν μέσω στρατιωτικής δικτατορίας, τα ελληνικά έπη ξαναβγαίνουν στο σινεμά. Η «Μαντώ Μαυρογένους» με τη μοναδική Τζένη Καρέζη στον ομώνυμο ρόλο ακόμα και σήμερα «στοιχειώνει» δημιουργώντας μία ιστορία με κεντρικό ήρωα τη θρυλική μορφή της γυναικείας αυτής παρουσίας, πλαισιωμένης από άλλες ιστορικές μορφές της εποχής. Ο Πέτρος Φυσούν στο ρόλο του Δημητρίου Υψηλάντη, απόλυτα αντίθετος φυσιογνωμικά από την Καρέζη, συμπληρώνεται αρμονικά με τις παρουσίες των Αθηνόδωου Προύσαλη, Σταύρου Ξενίδη, Ελένης Ερήμου, Άλκη Γιαννακά, Κάκιας Παναγιώτου, Λαυρέντη Διανέλλου, Γιώργου Μοσχίδη, Θεόδωρου Έξαρχου, Ντίνου Καρύδη, Δημήτρη Μπισλάνη κ.λπ.
Η ταινία είναι η πρώτη σοβαρή υπερπαραγωγή σε σκηνοθετικό και σεναριακό πλαίσιο, απογυμνώνοντας χαρακτήρες και πολιτικά ήθη.
Την ίδια χρονιά ο «Παπαφλέσσας» με τον Δημήτρη Παπαμιχαήλ στον ομώνυμο ρόλο θα θέσει ακόμα πιο ψηλά τον πήχη.
Ο Ερρίκος Ανδρέου στη σκηνοθετική καρέκλα έχει πάρει το «ok» της παραγωγής και δημιουργεί ένα κινηματογραφικό έπος με πολλές απαιτήσεις. Ανταποκρίνεται χάρη στην ερμηνευτική δεινότητα των συντελεστών, οι οποίοι ούτε λίγο ούτε πολύ, είναι αυτοί που διαμορφώνουν την ελληνική θεατρική και κινηματογραφική avant garde της εποχής. Κάτια Δανδουλάκη, Αλέκος Αλεξανδράκης, Δημήτρης Ιωακειμίδης (ο οποίος ενσάρκωσε ιδανικά τον Θεόδωρο Κολοκοτρώνη), Σταύρος Ξενίδης, Στέφανος Στρατηγός (ένας εκπληκτικός Ιμπραήμ) κ.λπ.
Στα extra infos, η ταινία απέσπασε τις καλύτερες κριτικές στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης του 1971, κερδίζοντας τα βραβεία Καλύτερης Σκηνοθεσίας και Αρτιότερης Παραγωγής ενώ απενεμήθη στον Διονύση Φωτόπουλο τιμητική διάκριση για τη σκηνογραφία και την ενδυματολογική του προσφορά.
Στα πιο πρακτικά, η ταινία κόστισε 12.009.000 δραχμές και μέχρι σήμερα θεωρείται μία από τις μεγαλύτερες υπερπαραγωγές του ελληνικού σινεμά.
Ένα χρόνο μετά οι «Σουλιώτισσες» γίνονται πρωταγωνίστριες στην ταινία του Δημήτρη Παπακωνσταντή. Για μία ακόμα φορά και έπειτα από 13 χρόνια, το θρυλικό Σούλι και οι ηρωίδες του γίνονται σημείο αναφοράς για τον ελληνικό κινηματογράφο. Κάτια Δανδουλάκη ξανά σε πρωταγωνιστικό ρόλο, Χρήστος Πολίτης στο πλάι της και οι Στέφανος Στρατηγός, Λαυρέντης Διανέλλος, Αλέκα Κατσέλη, Μαλαίνα Ανουσάκη κι άλλοι συμπλήρωναν το καστ μίας ταινίας που έφτασε να κόψει 117.124 εισιτήρια.
Στην εκπνοή της 7ετίας, το 1974 βγαίνει στις αίθουσες «Η δίκη των δικαστών». Ένα δικαστικό δράμα του Πάνου Γλυκοφρύδη (σενάριο και σκηνοθεσία) με τον Νίκο Κούρκουλο στο ρόλο του Δικαστή Πολυζωΐδη, τον Μάνο Κατράκη ως Θεόδωρο Κολοκοτρώνη και τον Δημήτρη Μυράτ στο ρόλο του Καποδίστρια.
Η περιβόητη δίκη του 1833, με τον Θεόδωρο Κολοκοτρώνη και τον Γεώργιο Πλαπούτα να κατηγορούνται για εσχάτη προδοσία στο νεοσύστατο ελληνικό κράτος, υπό τη βασιλεία του βαυαρού Όθωνα, μεταφέρθηκε στο πανί με αξιοπρέπεια και μία υπόθεση από τις μαύρες σελίδες της ελληνικής ιστορίας βγήκε στις αίθουσες.
Το ελληνικό σινεμά ξεχνά για χρόνια την επανάσταση αλλά ο Νίκος Κούνδουρος επιστρέφει σε αυτό με το «Μπάιρον, η μπαλάντα ενός δαιμονισμένου» το 1992. Η ταινία πηγαίνει στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης και αποσπά πληθώρα Βραβείων: Καλύτερης ταινίας, ερμηνείας Α’ Ανδρικού ρόλου (Μάνος Βακούσης), ερμηνείας Β΄ Γυναικείου ρόλου (Βέρα Σοτνίκοβα), φωτογραφίας (Νίκος Καβουκίδης), σκηνογραφίας (Κωνσταντίν Φορενστένκο) μοντάζ (Τάκης Γιαννόπουλος) και ηχοληψίας (Θανάσης Αρβανίτης).
Τελευταία επαναστατική ματιά του ελληνικού κινηματογράφου ήταν το 1999 με τον Σταμάτη Τσαρουχά να σκηνοθετεί τον «Ανθό της λίμνης». Στους πρωταγωνιστικούς ρόλους παρακολουθούμε τους Λάκη Κομνηνό, Άκη Μαχαίρα και Βαγγέλη Μουρίκη να ερμηνεύουν την προσπάθεια επιβίωσης μιας οικογένειας στην Καστοριά ενώ έρχεται αντιμέτωπη με τον Τουρκικό ζυγό.
clickatlife
Απλά μας ενδιαφέρει να ακούγονται όλες οι απόψεις χωρίς λογοκρισία.
Τα Μπουλούκια
Η παρούσα αρθρογραφία έχει καθαρά ενημερωτικό χαρακτήρα. Ο αναγνώστης οφείλει να διασταυρώνει τις πληροφορίες για θέματα που τον ενδιαφέρουν. Τα κείμενα βασίζονται σε υλικό από Ελληνικές και ξενόγλωσσες δημοσιεύσεις, οι οποίες αναφέρονται στο μέτρο του δυνατού. Τα συκοφαντικά ή υβριστικά σχόλια θα διαγράφονται χωρίς προειδοποίηση.