Μην τις φορέσεις και σε λερώσουν με τη καθαριότητα τους, ματια μου. Ποτέ!
Ζωές σαν… ρούχα αφόρετα!
Ζωές με το καρτελάκι της τιμής, ακόμα να κρέμεται πάνω τους!
Όχι το τίμημα, μα η τιμή!
Ζωές γυαλιστερές από ύφασμα σατέν, φόρεμα ακριβό και εντυπωσιακό, ρούχο που θα ντύσει άψογα ένα κορμί μα ποτέ δεν θα ζεστάνει την ψυχή!
Επίτηδες…
Να μην νιώσει θέρμη και θυμηθεί και λαχταρήσει αυτά που με λοβοτομή την έκαναν να ξεχασει από τα 7 ταξίδια της!
Θυμούνται οι ψυχές να ξέρεις!
Θυμόμαστε με αυτές γιατί εκει ζει η μνήμη!
Αγαπάμε με το μυαλό, θυμόμαστε με την καρδιά, αγγίζουμε με τα βλέμματα, μιλάμε με τις σιωπές!
Ζωές αφόρετες σε ντουλάπες της τάξης!
Λόλα να ένα μήλο!
Δάγκωσε το μήλο, γαμωτο, Λολα…
Είναι κόκκινο και ζουμερό… λέρωσε τα ρούχα τα σινιέ, σκίστα τσαλάκωσε τα!
Κάνε τόπι από κουρέλια με αυτά τα φορέματα, τον έρωτα, και παίξε μπάλα μαζί του στην αλάνα της όποιας αλήτικης καρδιάς ΕΣΥ γουστάρεις!
Αφόρετες ζωές…
Γραβάτες που σε πνίγουν, που είναι σχοινιά μαριονέτας και εσύ… εσύ κάνεις πως δεν το ξέρεις και χαμογελάς λέγοντας σωστά τα λόγια σου σαν ποίημα που έφαγες ξύλο να το μάθεις!
Μίμη, να ένα τόπι!
Κλώτσα το τόπι, ρε Μιμη!
Δώσε μια ρε μάγκα μου και πέτα την γραβάτα να πάει στον διάολο για να βρεις επιτέλους – πριν είναι πολύ αργά – τους δαίμονες που σε κυνηγανε μέσα από μάτια – φωτιές οι… έκπτωτοι άγγελοι που φοβήθηκες!
Αφόρετες – αφόρητες ζωές τόσες πολλές γυρω μου!
Με το καρτελακι τους!
Δες τες… Στην τρίχα!
Στην πένα…
Και εγω… εγώ με το σκισμένο τζην, με το λευκό μακό μπλουζάκι που έχει ακόμα εκείνο τον λεκέ από κρασι… να φορώ την δική μου ζωή!
Μια ζωή που έπλυνα και ξέβγαλα και άπλωσα πολλές φορές, που ξέβαψε στις άκρες, που έχει ένα μπάλωμα εκει στην άκρη!
Μια ζωή που μυρίζει μοσχοσαπουνο και λεβάντα, που μυρίζει το αφτερ σειβ σου και τον ιδρώτα τον θαλασσινό!
Μια ζωή που, όχι, δεν θα την δανείσω… ποιος θα ήθελε αλλωστε να φορεσει την ζωή μου όταν υπάρχουν τόσες αφόρετες όμορφες καθαρές και ακριβές ζωές τριγύρω;
Αφόρετες ζωές… σε μια ντουλάπα σαν χρονοντουλαπο!
-Μαμα… εσκισα πάλι την ζωη μου! Επεσα σε έναν έρωτα!
-Πόνεσε κόρη μου;
-Πολυ!
–Μπράβο μάτια μου… Μέχρι να μεγαλώσεις έτσι να πονά! Ο,τι πονά θα το σώσει ο χρόνος! Ετσι να ειναι η ζωη σου… ρούχο φθαρμενο, γιατι το αγαπας! Ζωη που την ζεις! Μπραβο!
Ζωή που ΔΕΝ θα κρεμάσεις σε ντουλάπα, που ΔΕΝ θα δανείσεις, που ΔΕΝ θα επιστρέψεις, που ΔΕΝ θα πας σε καθαριστήριο να “εξαγνιστεί”.
Ζωή και έρωτας που ΔΕΝ θα χορτάσεις! Θα αφήσεις λίγο στο πιάτο για να λαχταράς κι άλλο! Να θες κι άλλο!
Ζωή δικη σου!
ΑΚΟΥΣ;
Δική σου…
Αφόρετες ζωες πολλές τριγύρω!
Έπιασε ψύχρα…
Μην τις φορέσεις και σε λερώσουν με τη καθαριότητα τους, ματια μου. Ποτέ!
Ζωές με το καρτελάκι της τιμής, ακόμα να κρέμεται πάνω τους!
Όχι το τίμημα, μα η τιμή!
Ζωές γυαλιστερές από ύφασμα σατέν, φόρεμα ακριβό και εντυπωσιακό, ρούχο που θα ντύσει άψογα ένα κορμί μα ποτέ δεν θα ζεστάνει την ψυχή!
Επίτηδες…
Να μην νιώσει θέρμη και θυμηθεί και λαχταρήσει αυτά που με λοβοτομή την έκαναν να ξεχασει από τα 7 ταξίδια της!
Θυμούνται οι ψυχές να ξέρεις!
Θυμόμαστε με αυτές γιατί εκει ζει η μνήμη!
Αγαπάμε με το μυαλό, θυμόμαστε με την καρδιά, αγγίζουμε με τα βλέμματα, μιλάμε με τις σιωπές!
Ζωές αφόρετες σε ντουλάπες της τάξης!
Λόλα να ένα μήλο!
Δάγκωσε το μήλο, γαμωτο, Λολα…
Είναι κόκκινο και ζουμερό… λέρωσε τα ρούχα τα σινιέ, σκίστα τσαλάκωσε τα!
Κάνε τόπι από κουρέλια με αυτά τα φορέματα, τον έρωτα, και παίξε μπάλα μαζί του στην αλάνα της όποιας αλήτικης καρδιάς ΕΣΥ γουστάρεις!
Αφόρετες ζωές…
Γραβάτες που σε πνίγουν, που είναι σχοινιά μαριονέτας και εσύ… εσύ κάνεις πως δεν το ξέρεις και χαμογελάς λέγοντας σωστά τα λόγια σου σαν ποίημα που έφαγες ξύλο να το μάθεις!
Μίμη, να ένα τόπι!
Κλώτσα το τόπι, ρε Μιμη!
Δώσε μια ρε μάγκα μου και πέτα την γραβάτα να πάει στον διάολο για να βρεις επιτέλους – πριν είναι πολύ αργά – τους δαίμονες που σε κυνηγανε μέσα από μάτια – φωτιές οι… έκπτωτοι άγγελοι που φοβήθηκες!
Αφόρετες – αφόρητες ζωές τόσες πολλές γυρω μου!
Με το καρτελακι τους!
Δες τες… Στην τρίχα!
Στην πένα…
Και εγω… εγώ με το σκισμένο τζην, με το λευκό μακό μπλουζάκι που έχει ακόμα εκείνο τον λεκέ από κρασι… να φορώ την δική μου ζωή!
Μια ζωή που έπλυνα και ξέβγαλα και άπλωσα πολλές φορές, που ξέβαψε στις άκρες, που έχει ένα μπάλωμα εκει στην άκρη!
Μια ζωή που μυρίζει μοσχοσαπουνο και λεβάντα, που μυρίζει το αφτερ σειβ σου και τον ιδρώτα τον θαλασσινό!
Μια ζωή που, όχι, δεν θα την δανείσω… ποιος θα ήθελε αλλωστε να φορεσει την ζωή μου όταν υπάρχουν τόσες αφόρετες όμορφες καθαρές και ακριβές ζωές τριγύρω;
Αφόρετες ζωές… σε μια ντουλάπα σαν χρονοντουλαπο!
-Μαμα… εσκισα πάλι την ζωη μου! Επεσα σε έναν έρωτα!
-Πόνεσε κόρη μου;
-Πολυ!
–Μπράβο μάτια μου… Μέχρι να μεγαλώσεις έτσι να πονά! Ο,τι πονά θα το σώσει ο χρόνος! Ετσι να ειναι η ζωη σου… ρούχο φθαρμενο, γιατι το αγαπας! Ζωη που την ζεις! Μπραβο!
Ζωή που ΔΕΝ θα κρεμάσεις σε ντουλάπα, που ΔΕΝ θα δανείσεις, που ΔΕΝ θα επιστρέψεις, που ΔΕΝ θα πας σε καθαριστήριο να “εξαγνιστεί”.
Ζωή και έρωτας που ΔΕΝ θα χορτάσεις! Θα αφήσεις λίγο στο πιάτο για να λαχταράς κι άλλο! Να θες κι άλλο!
Ζωή δικη σου!
ΑΚΟΥΣ;
Δική σου…
Αφόρετες ζωες πολλές τριγύρω!
Έπιασε ψύχρα…
Μην τις φορέσεις και σε λερώσουν με τη καθαριότητα τους, ματια μου. Ποτέ!
Αναστασία Κορινθίου
kissmygrass
Απλά μας ενδιαφέρει να ακούγονται όλες οι απόψεις χωρίς λογοκρισία.
Τα Μπουλούκια
Η παρούσα αρθρογραφία έχει καθαρά ενημερωτικό χαρακτήρα. Ο αναγνώστης οφείλει να διασταυρώνει τις πληροφορίες για θέματα που τον ενδιαφέρουν. Τα κείμενα βασίζονται σε υλικό από Ελληνικές και ξενόγλωσσες δημοσιεύσεις, οι οποίες αναφέρονται στο μέτρο του δυνατού. Τα συκοφαντικά ή υβριστικά σχόλια θα διαγράφονται χωρίς προειδοποίηση.