Λαογραφικά και θρησκευτικά
O μήνας o Σεπτέμβρης λέγεται Σταυριάτης, επειδή στις 14 γιορτάζουν οι Χριστιανοί την ανύψωση του Σταυρού Κι εμείς μαζί με τους άλλους γιορτάζομε τη χάρη Του και μ’ ευλάβ εια παίρνομε από το χέρι του παπά “ένα γκλαδί βασιλικό”, από κείνον που παρθενικά χέρια πότισαν και βαγιοκλάδισαν, για ν’ ακουμπήση, απάνω ο Σταυρός.
Την παραμονήτου Σταυρού , τα μεσάνυχτα, ανοίγει ο ουρανός σε σχήμα Σταυρού Αυτό γίνεται αστραπιαία και μόνο οι δίκαιοι το βλέπουνε. Ο,τι ζητήσουν εκείνη την ώρα γίνεται. “Μια βολά, ένας ήθελε χίλια φλουργιά, μα δεν πρόφταξε να πή παρά μόνο χίλια κι εγέμισεν (α) χείλια”.
Ο Τίμιος Σταυρός είναι για τα μάθια. Γι’ αυτό όσοι πονούν τα μάτια τους “νηστεύουν από την πρώτη ίσαμε τις 14 του μηνού, τρώνε μόνο ψωμί και ζάχαρη, μεταλαβαίνουν και γίνονται καλά”.
Στην Κρήτη πιστεύουν πως υπάρǎߏŎݠκλέφτες που λέγονται σταυροπάτες. Περπατούν τελείως αθόρυβα, γιατί χαράζουν στην πατούχα τους ένα σταυρό”.
Του Σταυρού είναι σήμερα.
Η σημαντικότερη γιορτή του Σεπτέμβρη, γι’ αυτό και ο μήνας λέγεται σε πολλούς τόπους Σταυριάτης, Σταυριώτης ή Σταυρός και η πρώτη αυτού του μήνα λέγεται Πρωτοσταυριά.
Η γιορτή του Σταυρού αποτελεί όπως είπαμε σημαντικό χρονικό όριο για τις δουλειές των Ελλήνων χωρικών, τις γεωργικές και τις ναυτικές. Είναι σημαντικό χρονικό όριο, γιατί βρίσκεται πολύ κοντά και σ’ ένα φυσικό όριο του ηλιακού έτους, μια κρίσιμη καμπή της πορείας του Ήλιου: τη φθινοπωρινή ισημερία, είναι απ’ αυτές τις στιγμές που αποτελούν τομή συνάμα και πέρασμα από τη μια εποχή στην άλλη, από τη μια κατάσταση στην άλλη. Επομένως, τα έθιμα που συναντούμε και εδώ είναι φυσικά, διαβατήρια έθιμα.
Με τη γιορτή του Σταυρού συνδέεται πρώτ’ απ’ όλα, στους περισσότερους ελληνικούς τόπους, η προετοιμασία του σπόρου που θα γονιμοποιήσει ξανά τη γη, που είναι τώρα έτοιμη, μαλακή, μετά τα φθινοπωρινά πρωτοβρόχια. “Ήρθε Σταυρός, σταύρωνε και σπέρνε” λένε στο χωριό Δρυμός της Μακεδονίας. Τότε κατεβάζουν το σταυρό των σταχυών που τον είχαν πλέξει με τα τελευταία στάχυα του θερισμού, τρίβουνε τα στάχυα και πηγαίνουνε τους σπόρους εκείνους μαζί με άλλους στην εκκλησιά.
Το ίδιο κάνουνε και στη Νάξο. Στη γιορτή του Σταυρού κάθε γεωργός βάζει σε μια πετσέτα το σπόρο και τον αφήνει στα δεξιά της Άγιας Θύρας (της Ωραίας Πύλης, δηλαδή) για να βλογηθεί και μετά τον χρησιμοποιεί για να σπείρει.
Μια άλλη συνήθεια που δείχνει επίσης το γεωργικό χαρακτήρα της γιορτής είναι η συνήθεια να αναπιάνουν, όπως λένε, αυτή τη μέρα, στις 14 Σεπτέμβρη, το προζύμι της χρονιάς.
Στο χωριό Αργυράδες της Κέρκυρας, από νωρίς πηγαίνουν οι γυναίκες στην εκκλησία και θυμίζουν στον παπά να τους κρατησει ένα κλωνί βασιλικό, απολείτουργα, πάιρνει η καθεμιά το κλωνί της, το πηγαίνει αμίλητη στο σπίτι, σταυροκοπιέται στα εικονίσματα και το βάζει εκεί. Ύστερα πηγαίνει και φέρνει νερό από το πηγάδι, αμίλητη, τέλος σε μια καδίνα πατρικιά σαν κουφέτο, που λένε, βάζει μέσα στο αλεύρι το φρέσκο το νερό το αμίλητο και το κλωνί του βασιλικού, με μια ξύλινη κουτάλα τ’ ανεκατεύει, τα κάνει λείο μίγμα, μετά το πλάθει, το αφήνει να φουσκώσει, κι εκείνο σε λίγη ώρα φουκώνει πολύ, χωρίς καθόλου προζύμι.
Αυτό το αποδίδουν στη θαυματουργή επίδραση του σταυρολούλουδου (του βασιλικού, δηλαδή) που φύτρωσε σύμφωνα με την παράδοση στο μέρος που είχανε παραχώσει οι άπιστοι τον Τίμιο Σταυρό και μοσχοβόλησε ο κόσμος όλος.
Για την Κρήτη αυτή η μέρα είναι “βαρά σκόλη” κατά τους παλιότερους. Επίσης μέρα αυστηρής νηστείας. Είναι χαρακτηριστικό το δίστιχο που ακολουθεί:
“Για του Σταυρού τη Χάρη
μούδε λάδι, μούδε ψάρι”.
Της Εκκλησίας
Δυο φορές τον χρόνο εορτάζει πανηγυρικά η Εκκλησία μας τον Τίμιον Σταυρόν. Μια για την ανεύρεση του την 6ην Μαρτίου του 326 μ.Χ. και μία κατά την Ύψωση του την 14ην Σεπτεμβρίου, στα εγκαίνια του Ναού της Αναστάσεως, που υπάρχει μέχρι σήμερα. Το σημαντικόν, και όχι πολύ γνωστόν, στον διπλόν αυτόν έορτασμόν είναι το γεγονός ότι αποκαλύπτεται άλλο ένα μέγα μυστήριον της απερίγραπτης αγάπης του Θεού για τον άνθρωπο και μάλιστα κατά την θεία λατρεία, που ενώνει την γη με τον ουρανό.
Το γεγονός αυτό εκφράζει επιγραμματικά την σωτηρία του εκπεσμένου ανθρώπου, τον όποιον παίρνει από την Κόλαση της πτώσεως του και τον θρονιάζει πάλι μέσα στο Παράδεισο της αιώνιας αγάπης. Πιο συγκεκριμένα, παίρνει με την σταυρική του θυσία τον προδότη Ιούδα τον Ισκαριώτη, πού αντιπροσωπεύει όλην την προδοσία του ανθρωπίνου γένους και την αμέτρητη αγνωμοσύνη του έναντι του Σωτήρος Χριστού, και οδηγεί σε άλλον Ιούδα, επίσης Εβραίον, που έγινε οδηγός στην ανεύρεση του Τιμίου Σταυρού και φανερώνει την μεταστροφή και την μετάνοια του ανθρώπου και την πορεία του στην αγιότητα. Όπως ακριβώς έγινε και με τον δεύτερον αυτόν Ιούδα, που πίστεψε, μετανόησε και έγινε Χριστιανός με το όνομα Κυριάκος. Αργότερα έγινε κληρικός και Επίσκοπος Ιεροσολύμων, μετά τον Πατριάρχην Μακάριον, και αφού μαρτύρησε, μαζί με την μητέρα του Άννα, μπήκε στο Αγιολόγιον της Εκκλησίας και η ετήσια μνήμη του εορτάζεται την 28ην Οκτωβρίου.
Το «Συναξάρι» της ημέρας αυτής αναφέρει: «Τη αύτη ήμερα Μνήμη του Αγίου Ιερομάρτυρος Κυριακού του φανερώσαντος τον Τίμιον Σταυρόν, επί της Βα¬σιλείας Κωνσταντίνου του Μεγάλου και Ελένης της αυτού μητρός». Και για την μητέρα του Άννα, που γιορτάζει την ίδια μέρα: «Τη αύτη ημέρα, η μήτηρ του Άγιου Κυριακού Άννα, λαμπάσι φλεχθεΐσα και ξεσθεΐσα ετελειώθη». Και λίγα για τον βίον του:
«Ο Άγιος Κυριάκος, πρώην Ιούδας, μετά την φανέρωση του Τιμίου Σταυρού επίστευσε, εβαπτίσθη Χριστιανός και έγινε, όπως προαναφέραμε, Επίσκοπος Ιεροσολύμων και έζησε ως τις ήμερες του ειδωλολάτρη αυτοκράτορα Ιουλιανού του Παραβάτη. Αυτός όταν έφθασε στα Ιεροσόλυμα, μετά την εκστρατεία του κατά των Περσών, έμαθε για τον Άγιον Κυριακόν τι ήταν και τι έγινε και τον διέταξε αυστηρά να θυσιάση στα είδωλα. Ό Άγιος, όμως, αρνήθηκε αποφασιστικά και ήλεγξε με τόλμην την ειδωλολατρία του Ιουλιανού. Τότε εκείνος διέταξε να του κόψουν το δεξί του χέρι, διότι καθώς είπε: «Πολλς επιστολές έχει γράψει το χέρι αυτό, με αποτέλεσμα να απομακρυνθούν πολλοί από τα είδωλα του Δωδεκαθέου». Ύστερα διέταξε να ρίξουν λιωμένο μολύβι μέσα στο στόμα του Αγίου, που ομολογούσε και δοξολογούσε τον Χριστόν και στη συνέχεια τον έβαλαν οι δήμιοι μπρούμυτα σε πυρακτωμένη σιδερένια κλίνη, που ήταν ένα από τα όργανα βασανισμού των Χριστιανών.
Όταν ήλθε η μητέρα του, που είχε γίνει και αυτή πιστή Χριστιανή, στον τόπον του μαρτυρίου του παιδιού της, ο Ιουλιανός διέταξε να την κρεμάσουν από τα μαλλιά και να σκίζουν το κορμί της με σιδερένια νύχια, που ήταν κι αυτό άλλο ένα εργαλείο βασανισμού των Χριστιανών, και αφού την έκαιγαν με αναμμένες λαμπάδες, παρέδωσε το πνεύμα της στον Κύριον. Ύστερα έρριξαν τον Άγιον Κυριακόν, σε ένα μεγάλο καμίνι, τον εθανάτωσαν με ξίφος, κόβοντας το κεφάλι του».
Η ανεύρεση και ύψωση του Τιμίου Σταυρού, που είναι η σημαία της σωτηρίας του ανθρωπίνου γένους, έγινε με τρόπον θαυμαστόν και υπερθαύμαστον από την Αγίαν Ελένην την Ισαπόστολον, που είχε μεταβή για προσκύνηση στους Άγιους Τόπους και με την ρητήν εντολήν του γιου της αυτοκράτορας Κωνσταντίνου να βρή τον Τίμιον Σταυρόν, τον οποίον είχαν εξαφανίσει οι αντίχριστοι Εβραίοι και οι ειδωλολάτρες. Είχαν ρίξει και τους τρείς σταυρούς σε έναν βαθύ λάκκον και τον σκέπασαν με χώματα και πέτρες και πολλά σκουπίδια. Εκεί έμεινε ο Τίμιος Σταυρός για περισσότερα από τριακόσια χρόνια.
Όταν η Αγία Ελένη με τους συνοδούς της άρχισε τις έρευνες, μια νεαρή Εβραιοπούλα οδήγησε την Βασιλομήτορα στον Ιούδα, πού έμενε στα Ιεροσόλυμα, διότι εκείνος εγνώριζε από τους παλαιοτέρους την τοποθεσία, όπου είχαν ρίξει τους τρεις σταυρούς. Εκεί μάλιστα φύτρωνε κάθε χρόνον μόνο του και το ευωδιαστό «βασιλικό χόρτο», αυτό, που λέγεται και σήμερα βασιλικός. Πήγε, λοιπόν, η Αγ. Ελένη στην τοποθεσία αυτή και πριν δώση εντολή να αρχίσουν οι ανασκαφές, γονάτισε και προσευχήθηκε θερμά στον Χριστόν. Μόλις όμως σηκώθηκε στα πόδια της και πριν να πει μια λέξη, έγινε μέγας σεισμός, μόνον στο σημείον αυτό, και το έδαφος σχίστηκε σε μεγάλο βάθος. Τότε άρχισαν αμέσως οι ανασκαφές και σε λίγη ώρα βρέθηκαν και οι τρεις σταυροί, προς γενικήν κατάπληξιν όλων των παρισταμένων.
Όλοι έκλαιγαν από χαρά και άλλοι δόξαζαν τον Θεόν και προσεύχονταν. Η στιγμή ήταν μοναδική και πανίερη. Καθάρισαν τους τρεις σταυρούς από τα χώματα, μολονότι, βρέθηκαν σε ένα κοίλωμα της γης και ήταν καλά προστατευμένοι. Δεν ήξεραν όμως ποιος από τους τρεις ήταν ο Σταυρός επάνω στον όποιον σταυρώθηκε ο Χριστός. Εκεί κοντά βρισκόταν σε μια καλύβα μια ετοιμοθάνατη γυναίκα, που έπασχε από χρόνια ασθένεια. Η Αγ. Ελένη σκέφθηκε αμέσως ότι ο πραγματικός Τίμιος Σταυρός θα θεράπευε αμέσως την γυναίκα, εάν της έβαζαν πάνω της τον Σταυρόν του Κυρίου. Έτσι έβαλαν διαδοχικά τους δύο πρώτους σταυρούς, αλλά χωρίς κανένα αποτέλεσμα. Μόλις όμως έβαλαν στο σώμα της τον τρίτον Σταυρόν, η ετοιμοθάνατη γυναίκα έγινε αμέσως καλά και σηκώθηκε στα πόδια της. Έτσι αποδείχτηκε ότι αυτός ήταν ο πραγματικός Τίμιος Σταυρός. Και όπως γράφει και ο Ευθύμιος Ζυγαβηνός στον Σταυρόν του Κυρίου υπήρχε και η μικρή σανίδα με την επιγραφή «Ι.Ν.Β.Ι.» (Ιη¬σούς Ναζωραίος Βασιλεύς Ιουδαίων), πού είχε βάλει ο Πόντιος Πιλάτος.
Αμέσως μετά την ανεύρεση του Τιμίου Σταυρού η Αγ. Ελένη, έχτισε (στον Γολγοθά τον Ναόν της Αναστάσεως και στην συνέχεια τον Ναόν της Γεννήσεως στο Σπήλαιον της Βηθλεέμ και τον Ναόν του Όρους των Ελαίων. Και όταν ο Πατριάρχης Μακάριος έστησε τον Τίμιον Σταυρόν στον ναόν του Πατριαρχείου για προσκύνηση από τον πιστόν λαόν, ήταν η 14η Σεπτεμβρίου του 326 και γι’ αυτό καθιερώθηκε από τότε να εορτάζεται το γεγονός της Υψώσεως του Τιμίου και Ζωοποιού Σταυρού από την Εκκλησίαν την ημέραν αυτήν. Την ίδιαν ήμερα εορτάζεται και η δεύτερη Ύψωση του Τιμίου Σταυρού, που έγινε από τον αυτοκράτορα Ηράκλειον (628 μ.Χ.), όταν ενίκησε τους Πέρσες, οι οποίοι είχαν κλέψει τον Τίμιον Σταυρόν άπο τα Ιεροσόλυμα. Σήμερα το μεγαλύτερον τεμάχιον του Τιμίου Σταυρού διασώζεται στον Άγιον Όρος, στην Ί. Μονή Ξηροποτάμου.
Κλείνοντας τις λίγες αυτές γραμμές για τον εορτασμόν του Τιμίου Σταυρού, θα θέλαμε να αναφέρουμε τον σχετικόν λόγον ενός μακαριστού Γέροντος, που έλεγε:
— «Η ύψωση του Τιμίου Σταυρού, παιδιά μου, δεν γίνεται μόνον κατά την εορτήν της 14ης Σεπτεμβρίου, αλλά κάθε φορά, πού μετανοεί μια ψυχή και πηγαίνει κοντά στον Χριστόν. Μας το είπε ο ίδιος ο Θεάνθρωπος: «Λέγω δε υμίν ότι ούτω χαρά έσται εν τω ουρανώ επί ενί αμαρτωλώ μετανοούντι» (Λουκ. ΙΕ’ 7). Γιατί η Ύψωση του Τιμίου Σταυρού φανερώνει τον θρίαμβον της θυσιαστικής αγάπης και αυτός ο θρίαμβος αποτελεί μεγάλη χαρά στον ουρανόν του Θεού και γίνεται κάθε φορά, που μετανοεί αληθινά ένας άνθρωπος. Γι’ αυτό ας μετανοούμε όλοι μας συνεχώς και αληθινά, για να κυρίαρχη πάντοτε η χαρά και στην γη και στον ουρανόν. Αμήν».
Το ξύλο του Σταυρού
Το Τίμιο Ξύλο αποτελείται από κέδρο, πεύκο και κυπαρίσσι, το οποίο οι προσκυνητές των Αγίων Τόπων, το συναντούν και στις δύο μορφές του: την φυσική σαν δέντρο και στον Ι.Ν. της Αναστάσεως, σαν προσκύνημα, το εμποτισμένο Τίμιο Ξύλο, με τις θείες ρανίδες αίματος Του Σταυρωθέντος Χριστού. (Ζωντανό καθώς αφομοιώνει θαυμαστά, το φυσικό ξύλο από έτος σε έτος, οπότε δεν ελαττώνεται), Ζωοδόχο (γιατί δέχτηκε το Αίμα της Ζωής=Χριστός) και Ζωοπάροχο, εκ του πρώτου θαύματος (και όχι μόνο) στην ανεύρεσή του από την Αγία Ελένη, της αναστάσεως της νεκρής διερχόμενης Ιουδαίας).
Σύμφωνα με μία ευλαβή παράδοση η προέλευση του ξύλου είναι η εξής.
“Οι τρεις Άγγελοι, τούς οποίους εφιλοξένησε ό Αβραάμ εις τύπον της Αγίας Τριάδος, φεύγοντες «ελησμόνησαν» τάχα τάς ράβδους των εκεί, παρά τήν δρύν Μαμβρή..
Ταύτας μετεχειρίσθη ή Σάρα επανειλημμένως ως ξύλα εις τήν φωτιάν όμως εκαπνίζοντο χωρίς να καίονται. Επειδή όμως είχαν μιά ξεχωριστή ευωδία, ο Αβραάμ τα έβγαλε από τη φωτιά και τα φύλαξε σα θεόσταλτο δώρ
Όταν ό Λώτ μέθυσε εποίησε τήν αμαρτίαν με τάς θυγατέρας του, ανανήψας υπήγεν εις τόν θείον του Αβραάμ και εξωμολογήθη τό κακόν πού του συνέβη.
Ό δε είπε μεγάλη ή αμαρτία σου, τέκνον πλην λάβε αυτούς τούς τρεις δαυλούς (τά ξύλα πού πέταξε ή Σάρα) εφύτευσέ τα εις τό υποδειχθέν μέρος καί φέρε νερό από τόν Ιορδάνη να τά ποτίζης? αν βλαστήσουν, σημείον ότι εδέχθη ό Θεός τήν μετάνοιάν σου καί σε συγχώρησε.
Εποίησεν ούτως ο Λώτ και έφερε νερό από τόν Ιορδάνην, όστις απέχει μιας ημέρας όδόν. ‘Αλλ’ ό διάβολος, μετασχηματισμένος άλλοτε μέν εις κεκοπιακότα διψασμένο οδοιπόρο, άλλοτε δέ εις γέροντα ασθενή και άλλοτε εις γυναίκα πτωχήν καί δυστυχή, του έπινε το νερό καθ’ όδόν. Τόν λυπήθηκεν ό Θεός καί μίαν φοράν διέφυγε τήν συνάντησιν καί πότισε μίαν μόνην φοράν τά ξύλα, τα οποία εβλάστησαν καί ηνώθησαν εις τό τρισύνθετον ύλον πεύκη, κέδρος καί κυπάρισσος. Ό τόπος τούτου δεικνύεται εντός του Ναού της Μονής του Σταυρού εις τά προάστια της Ιερουσαλήμ.
Όταν δε ο Σολομών, μετά χίλια σχεδόν έτη (1015—975 π.Χ.), ανήγειρε τόν Ναόν καί όλοι οι άνθρωποι καί η φύσις προσέφεραν στην οικοδομή του, εκόπηκε καί τό δένδρον τούτο γι` αυτόν τόν σκοπό.
Όταν όμως επρόκειτο να χρησιμοποιηθή, όπου ετίθετο, ήταν άλλοτε μέν κοντό άλλοτε δέ μακρύ και τελικώς τό πέταξαν ως άχρηστον σε μία γωνία ειπόντες «κατηραμένον ξύλον».
Καί όταν οι Ιουδαίοι έτρεχον καί ζήτουσαν ξύλον δια τήν σταύρωσιν του Κυρίου, -εύρον προχείρως αυτό καί ήτο κατάλληλον και δια αύτού κατεσκευάσθη ο σταυρός του Χριστού.
Απλά μας ενδιαφέρει να ακούγονται όλες οι απόψεις χωρίς λογοκρισία.
Τα Μπουλούκια
Η παρούσα αρθρογραφία έχει καθαρά ενημερωτικό χαρακτήρα. Ο αναγνώστης οφείλει να διασταυρώνει τις πληροφορίες για θέματα που τον ενδιαφέρουν. Τα κείμενα βασίζονται σε υλικό από Ελληνικές και ξενόγλωσσες δημοσιεύσεις, οι οποίες αναφέρονται στο μέτρο του δυνατού. Τα συκοφαντικά ή υβριστικά σχόλια θα διαγράφονται χωρίς προειδοποίηση.